Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2008

Κραυγή μέσα από τη φυλακή

Δεν είμαι από εκείνους που θεωρούν ότι μπορεί να υπάρξει κοινωνία χωρίς φυλακές. Ούτε αρέσκομαι στην ισοπέδωση των πάντων και στις αρές εναντίον του "συστήματος" που δήθεν καταρρακώνει προσωπικότητες και αλλοτριώνει τους ανθρώπους. Ομως δεν μπορώ παρά να δεχθώ ότι το επίπεδο του πολιτισμού μιας κοινωνίας είναι ο γεωμετρικός τόπος όπου συναντώνται τα σχολεία της και οι φυλακές της. Με άλλα λόγια δείξε μου τα σχολεία σου και τις φυλακές σου για να σου πω πόσο έχεις εξημερωθεί ως συγκρότημένη πολιτεία, πόσο έχεις πραγματικά πλησιάσει στην ανθρώπινη κοινωνία.

Οπως είναι φανερό, με δείκτη τόσο τα σχολεία όσο και τις φυλακές η ελληνική πολιτεία πολύ λίγο μπορεί να διεκδικήσει τον τίτλο της πολιτισμένης και ακόμη λιγότερο της ανθρώπινης κοινωνίας. Και βέβαια είναι πραγματικά ντροπή για τις κυβερνήσεις της Ελλάδας η κατάσταση η οποία επικρατεί στα "σωφρονιστικά καταστήματα" (sic) της χώρας. Από την άποψη αυτή και χωρίς να προσυπογράφω, δημοσιεύω το πραγματικά σπαρακτικό κείμενο που κάποιος άγνωστος σε εμένα πιθανότατα φυλακισμένος τοποθέτησε ως σχόλιο στη viotia. Δείτε.

Θα’ θελα να γράψω για έναν έρωτα καινούργιο. Να τραγουδήσω για τους μορφασμούς που κάνουν τα σύννεφα στον ουρανό, για το χαμηλό πέταγμα των πουλιών. Για τις σταγόνες που άρχισαν να γίνονται συνήθεια στο φθινοπωριάτικο, σχεδόν χειμωνιάτικο ορίζοντα. Θα’ θελα να γράψω στίχους για δυο καινούργια μάτια, για δυο γινωμένα χείλη, για ένα σώμα ανέπαφο, σαν να’ ναι πρώτη φορά που χέρι το άγγιξε. Μα δεν τολμώ να το κάνω.

Μάτωσαν τα χέρια μου από τις χειροπέδες. Δάκρυσαν τα μάτια μου στην όψη των απεργών πείνας, συγκρατουμένων μου που έραψαν τα στόματά τους στην κυριολεξία, για να μη φάνε και πάγωσα από τα αδυνατισμένα σώματά τους και τα αξύριστα πρόσωπά τους. Πάγωσα από την υγρασία που είχε το πάτωμα στο Μεταγωγών που κοιμόμουν, αντί για κρεβάτι, 12 μέρες. Σιχάθηκα τις κατσαρίδες που κυκλοφορούσαν πάνω μου και τα βρομόνερα της τουαλέτας που έβρεχαν το στρώμα μου.

Τώρα τρέμω από τη μούχλα των τοίχων του Πειθαρχείου που με έβαλαν να κοιμηθώ αφού δεν υπάρχει κελί άδειο στη φυλακή που η Δικαιοσύνη διάλεξε για να με σωφρονίσει και δακρύζω κοιτώντας τη φωτογραφία της κόρης μου, που κόλλησα στον τοίχο. Βαρέθηκα να στοιβάζομαι, δεμένος πισθάγκωνα για 500 χλμ σε μια κλούβα χωρητικότητας 14 ατόμων με άλλα 28 άτομα, αποτυχημένους σαν κι εμένα. Βαρέθηκα να κρεμώ σεντόνια στους υγρούς τοίχους για να μην κινδυνεύω από τους σοβάδες.

Να μαζεύω τα στρώματα εκείνων που κοιμούνται ακόμη στο πάτωμα για να μπορώ να βαδίσω. Κουράστηκα να είμαι αριθμός, κατάδικος, υπότροπος, πρεζόνι, εγκληματίας ασωφρόνιστος, ζώο προς μεταφορά, ζητιάνος των δικαιωμάτων μου. Κουράστηκα, εγώ ο παράνομος, να ζητώ από το κράτος να μην παρανομεί.Βαρέθηκα όλους εσάς τους νομοταγείς πολίτες, τους γραβατομένους αδιάφθορους πολιτευτές και κριτές του δημόσιου βίου, τις πουτάνες του λόγου και της θεωρίας, τους ευυπόληπτους χαφιέδες, τους «τοκογλύφους» καναλάρχες, τους πληρωμένους ρεπόρτερ.

Τολμήστε να με διορθώσετε ρε! Έχω ξεκάθαρη φωνή. Και ευθύνη. Επώνυμη. Τιμωρήστε με, στ’ αλήθεια, αν τολμάτε. Το θέλω, το ζητώ. Ποιος σας είπε ότι είστε δήμιοι, μωρέ; Κερατάδες είστε. Απατάτε το λειτούργημά σας με τις καρέκλες σας. Αφού αποφασίσατε πως αυτή η χώρα έχει 9.987.000 σώφρονες πολίτες και 13.000 ασωφρόνιστους, πόσο σας κοστίζουν 13.000 σφαίρες; Πρώτος στόχος εγώ. Ποιος από σας τολμάει να με σκοτώσει; Κουρελήδες ψηφοεισπράκτορες που η συνείδησή σας έχει γίνει μεγαλύτερη και από την τρύπα στον πισινό μιας πόρνης.Αλλά δεν θα σας κάνω τη χάρη.

Θα ζω σαν σκόνη στη μύτη σας για να φτερνίζεστε και να με θυμάστε. Τσιμπούρι στα αυτιά σας για να τα ξύνετε – θλιμμένο δειλινό στα μάτια σας για να με βλέπετε. Δεν περίμενα εσάς για να πληγώσω τη ζωή μου. Μόνος μου τη σκότωσα. Και θα πληρώσω το λογαριασμό. Μα δεν έγινα τόσο διεφθαρμένος όσο εσείς που με κρίνετε και τάχα με διορθώνετε. Θα παλέψω τη ζωή μου και θα τη φέρω στα ίσια της. Τουλάχιστον είναι «έξω» η γριά Καρβέλα και το παρατράγουδό της. Επώνυμοι βλέπεις. Η Δικαιοσύνη λειτουργεί, επιτέλους. Δύο από τους 13.000 είναι έξω. Λευτεριά και στους υπόλοιπους.

Όσο θα με σωφρονίζετε εγώ για σπάσιμο θα αγκαλιάζω στάχια ώριμα, δεμάτια ολόκληρα, στο μυαλό μου. Το μυαλό μου δεν σας το χαρίζω. Εκεί έχω φυλαγμένες τις λύσεις στα προβλήματά μου και όχι στα ανάπηρα χέρια σας.

6 σχόλια:

βοιωτός είπε...

Τώρα είδα στο zougla.gr τι δημοσιεύται το ίδιο κείμενο με την υπογραφή

Χρήστος Κρετσοβάλης.

Unknown είπε...

Μπράβο στον άνθρωπο.
Ένα σοκ το έπαθα.

Ανώνυμος είπε...

Αφιερωμένο
"..συνηθίσαμε τόσο πολύ το κοινωνικό ψεύδος, που κι η πιο απλή αλήθεια ευθέως διατυπωμένη, μοιάζει παραδοξολογία.."

Ανώνυμος είπε...

Μόνο σοκ, Επαρχιώτη;έκοψα φλέβα. ντρέπομαι, όλοι θα πρεπε να ντρεπόμαστε...Αν έχει μείνει λίγη ντροπή στον κόσμο των βολεμενων και των δήθεν πολιτισμένων! Φίλε, πάλεψέ το! Μην απελπίζεσαι.Ελπίζω να μην μείνεις για πολύ στο κολαστήριο αυτό.

Ανώνυμος είπε...

...Ζωή που μας περίμενες με ψεύτικη αγκαλιά, σε φυλακές , ιδρύματα και πένθιμα σχολειά.
ένα τραγούδι παλιο το λεει.Για τον φίλο και θύμα του συστήματος που το πολύ να χει κάνει καμιά μικροκλοπή, ή να χρωστάγε στο δημόσιο. Αν είχε κάνει μεγάλα που θα ηταν .Μετά έχει άδικο ο κάρνειος; σκεφτείτε και λίγο.οχι πολύ.θα σας πειράξει.

Ανώνυμος είπε...

Φίλε, από τη φυλακή, δεν έχω καν το θάρρος ή το θράσος να υποκριθώ ότι συγκλονίστηκα. Όχι, επειδή -απαραίτητα - δεν συνέβη, αλλά επειδή γνωρίζω ότι για εσένα η όποια δική μας λεκτική - και μόνον - ευαισθησία δεν αξίζει τίποτα. Έτσι, πάλι, τον εαυτό μας σκεφτόμαστε, εκφράζοντάς την - είναι το μαξιλάρι όπου, απιθώνοντάς την, θα σε "λησμονήσουμε" πιο εύκολα, καθησυχασμένοι πώς κάναμε το ανθρωπιστικό καθήκον μας. Και θα κοιμηθούμε ελαφρά, δίχως όνειρα. Κατά τα λοιπά, θα κάνουμε, όπως και πριν, τα ίδια.
Ο χρόνος και η ζωή με δίδαξαν ότι " σε τελευταία ανάλυση ο Σταυρός, πονάει αφόρητα μονάχα αυτόν που βρίσκεται εσταυρωμένος, κι ας είναι απελπισμένοι οι άλλοι γύρω του για τον χαμό του".Εάν γίναμε κατα τι καλύτεροι, μένει να αποδειχτεί.