Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οδυσσέας Ελύτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Οδυσσέας Ελύτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2011

Ρήμα το σκοτεινόν

"Ο τρόπος που είδαν τον κόσμο ένας Ηράκλειτος, ένας Blake, ένας Rimbaud, δεν αλλάζει κατά το είδος της κλείδας. Αλλάζει μόνο κατά τον χειρισμό της. Μια μειοψηφία εβρέθηκε πάντοτε, από τους αρχαίους καιρούς ίσαμε σήμερα, να εμπιστευθεί τη φαντασία, και μ’ αυτήν να υπερακοντίσει τη μεγαλύτερη ανασχετική δύναμη του ανθρώπου: τη σκοπιμότητα. Δυστυχώς, στο χωρισμό μας από τραπέζης και κοίτης με την αφιλοκέρδεια εθισθήκαμε τόσο πολύ, που η έννοια του «παιχνιδιού» να μας φαίνεται σήμερα τερατώδης. Και όμως.

Ένας λαός που αδυνατεί –το ολιγότερο– να επιστρέψει νοερά το ραβδί που κρατά στο δέντρο απ’ όπου κατάγεται, είναι καταδικασμένος, με το ίδιο αυτό ραβδί, κουτσαίνοντας, να συνεχίσει την πορεία του μέσα στην ιστορία. Και η τέχνη τότε τι να του κάνει; Δεν αρκεί να ‘χεις τσιμέντο και σίδερο για να πεις πως έχεις και σπίτι. Μ’ ένα σωρό υλικά θ’ απομείνεις, όπως ο περίφημος εικοστός μας αιώνας, που έφτασε στο διάστημα για να μας πει ότι δεν βλέπει τίποτα".

                                                                                                     (Οδυσσέας Ελύτης, Eν λευκώ)

Για την αντιγραφή
Βοιωτός
Eίμαι άλλης γλώσσας, δυστυχώς, και Hλίου του Kρυπτού ώστε
Oι όχι ενήμεροι των ουρανίων να μ' αγνοούν. Δυσδιάκριτος
Kαθώς άγγελος επί τάφου σαλπίζω άσπρα υφάσματα
Που χτυπιούνται στον αέρα και μετά πάλι αναδιπλώνονται
Kάτι να δείξουν, ίσως, τα θηρία μου τα χωνεμένα ώσπου τελικά
Nα μείνει ένα θαλασσοπούλι τ' ορφανό πάνω απ' τα κύματα


Όπως και έγινε. Όμως χρόνια τώρα μετέωρος κουράστηκα
Kι έχω ανάγκη από γης που αυτή μένει κλειστή και κλειδωμένη
Mάνταλα πόρτες κρυφακούσματα κουδούνια· τίποτε. A
Πιστευτά πράγματα μιλήστε μου! Kόρες που εμφανιστήκατε κατά
καιρούς
Mέσ' απ' το στήθος μου κι εσείς παλαιές αγροικίες
Bρύσες που λησμονηθήκατε ανοιχτές μέσα στους αποκοιμισμένους
κήπους
Mιλήστε μου! Έχω ανάγκη από γης
Που αυτή μένει κλειστή και κλειδωμένη


Έτσι κι εγώ, μαθημένος όντας να σμικρύνω τα ιώτα και να
μεγεθύνω τα όμικρον
Ένα ρήμα τώρα μηχανεύομαι· όπως ο διαρρήκτης το αντικλείδι του
Ένα ρήμα σε -άγω ή -άλλω ή -εύω
Kάτι που να σε σκοτεινιάζει από τη μία πλευρά εωσότου
H άλλη σου φανεί. Ένα ρήμα μ' ελάχιστα φωνήεντα όμως
Πολλά σύμφωνα κατασκουριασμένα κάππα ή θήτα ή ταυ
Aγορασμένα σε συμφερτικές τιμές από τις αποθήκες του Άδη
Eπειδή, από τέτοια μέρη ευκολότερα
Yπεισέρχεσαι σαν του Δαρείου το φάντασμα ζωντανούς και
πεθαμένους να κατατρομάξεις


Eδώ βαρεία μουσική ας ακούγεται. Kι ανάλαφρα τα όρη ας
Mετατοπίζονται. Ώρα να δοκιμάσω το κλειδί. Λέω:
κ α τ α ρ κ υ θ μ ε ύ ω
Eμφανίζεται μεταμφιεσμένη σε άνοιξη μια παράξενη αγριότητα
Mε παντού βράχια κοφτά κι αιχμηρά θάμνα
Ύστερα πεδιάδες διάτρητες από Δίες κι Eρμήδες
Tέλος μια θάλασσα μουγγή σαν την Aσία
Όλο φύκια σχιστά και ματόκλαδα Kίρκης


Ώστε λοιπόν, αυτό που λέγαμε "ουρανός" δεν είναι· "αγάπη" δεν·
"αιώνιο" δεν. Δεν
Yπακούουν τα πράγματα στα ονόματά τους. Πλησιέστερα του
σκοτωμού
Kαλλιεργούνται οι ντάλιες. Kι ο βραδύς κυνηγός μ' αιθερίου
θηράματα
Eπιστρέφει κόσμου. Kι είναι πάντοτε -φευ- νωρίς. Aχ
Δεν υποψιαστήκαμε ποτέ πόσο υπονομευμένη από θεότητα είναι
H γη· τι χρυσός ρόδου αέναου της χρειάζεται ν' αντισταθμίζει
Tο κενό που αφήνουμε, όμηροι όλοι εμείς μιας άλλης διάρκειας
Που η σκιά του νου μάς αποκρύπτει. Aς είναι


Φίλε συ που ακούς, ακούς της ευωδιάς των κίτρων
Tις μακρινές καμπάνες; Ξέρεις τις γωνιές του κήπου όπου
Eναποθέτει τα νεογνά του δειλινός ο αέρας; Oνειρεύτηκες
Ποτέ σου ένα καλοκαίρι απέραντο που να το τρέχεις
Mη γνωρίζοντας πια Eρινύες; Όχι. Nα γιατί καταρκυθμεύω
Που οι βαριές υποχωρούν αμπάρες τρίζοντας κι οι μεγάλες θύρες
ανοίγονται
Στο φως του Ήλιου του Kρυπτού μια στιγμούλα, η φύση μας η
τρίτη να φανερωθεί
Έχει συνέχεια. Δε θα την πω. Kανείς δεν παίρνει τα δωρεάν
Στον κακόν αγέρα ή που χάνεσαι ή που επακολουθεί γαλήνη


Aυτά στη γλώσσα τη δική μου. Kι άλλοι άλλα σ' άλλες. Aλλ'
H αλήθεια μόνον έναντι θανάτου δίδεται.

Κυριακή 18 Ιουλίου 2010

Δίνω το χέρι στη δικαιοσύνη

...............

Από το αίμα της αψηφισιάς που ξέγραψε τη θλίψη
Φτάνοντας ως τη μνήμη της ελευθερίας.

Είπα τον έρωτα την υγεία του ρόδου την αχτίδα

Που μονάχη ολόισα βρίσκει την καρδιά

Την Ελλάδα που με σιγουριά πατάει στη θάλασσα

Την Ελλάδα που με ταξιδεύει πάντοτε

Σε γυμνά χιονόδοξα βουνά.

Δίνω το χέρι στη δικαιοσύνη

Διάφανη κρήνη κορυφαία πηγή

Ο ουρανός μου είναι βαθύς κι ανάλλαχτος

Ό,τι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα

Ό,τι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα.

............................................

Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Η Δευτέρα της Ροζαλίας

Ποιος δεν αναρωτήθηκε μια μέρα: πώς θα ήταν άραγε η ζωή μου, έτσι και είχα γεννηθεί αλλού σε άλλη χώρα σε άλλη εποχή; Η ερώτηση αυτή εμπεριέχει μια από τις πιο διαδεδομένες ψευδαισθήσεις του ανθρώπου, την ψευδαίσθηση που μας κάνει να θεωρούμε την κατάσταση της ζωής μας απλό διάκοσμο, μια ενδεχόμενη και εναλλάξιμη περίσταση μέσα από την οποία περνάει ο εαυτός μας, ανεξέρτητος και σταθερός. Τί ωραίο που είναι να φαντάζεται κανείς τις άλλες του ζωές, καμιά δεκαριά άλλες ενδεχόμενες ζωές! Αρκετά όμως με τις ονειροπολήσεις! Είμαστε όλοι αποκλειστικά καθηλωμένοι στη χρονολογία και στον τόπο της γέννησής μας.Ο εαυτός μας είναι αδιανόητος έξω από τη συγκεκριμένη και μοναδική κατάσταση της ζωής μας: μόνο μέσα σ αυτήν και μέσω αυτής μπορεί να γίνει κατανοητός...
Μ. Κούντερα