Εφυγε ο σερ Πάτρικ Λι Φέρμορ
H συνέντευξη με τον Σερ Πάτρικ Λι Φέρμορ δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Άμυνα & Διπλωματία στο τεύχος 181 (Μάιος 2006). Αναδημοσίευση από το http://adiavroxoi.blogspot.com/2011/06/sir-patrick-paddy-michael-leigh-fermor.html
ΣΕΡ ΠΑΤΡΙΚ ΛΙ ΦΕΡΜΟΡ
Ο σερ Πάτρικ Λι Φέρμορ είναι εραστής της Ελλάδας και δεν το κρύβει. Το έχει αποδείξει στα δύσκολα, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Βρέθηκε στο μέτωπο της Β. Ηπείρου στο πλευρό των Ελλήνων πολεμιστών. Δραστηριοποιήθηκε στην κρητική αντίσταση κατά των Γερμανών ως επικεφαλής των Βρετανικών Υπηρεσιών Πληροφοριών. Συμμετείχε στην απαγωγή του στρατηγού Κράιπε, την εντυπωσιακότερη αντάρτικη ενέργεια των Συμμάχων που έλαβε χώρα στην Κρήτη. Ο σερ Φέρμορ δεν αγάπησε τους Κρητικούς κι όλους τους άλλους Έλληνες μόνο για τη δράση τους στον πόλεμο αλλά γι’ αυτό που ήταν και είναι. Στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλάει για τα ωραιότερα, τα επικινδυνωδέστερα, τα πολεμικά.
Συναντηθήκαμε στο σπίτι του που βρίσκεται στη Μεσσηνιακή Μάνη. Ο Σερ Φέρμορ είναι δημιουργός. Σε όλα του. Και Έλληνας - ακόμα και σε σημεία που εμείς οι γεννημένοι Έλληνες ξαστοχούμε να αποδεικνύουμε έμπρακτα την εθνικότητά μας. Η εικόνα του σπιτιού του μπορεί να αποδείξει ακόμα και στον πιο δύσπιστο την αλήθεια των ανωτέρω. Από το πουθενά ο Σερ Φέρμορ έφτιαξε μια παραδοσιακότατη οικία που ανταποκρίνεται και εναρμονίζεται πλήρως με το μαγευτικό τοπίο. Έχει προσέξει τα πάντα. Από τις αυλές του σπιτιού μέχρι το εσωτερικό (ακόμα και τα φωτιστικά), η εικόνα του σπιτιού του κ. Φέρμορ δεν θα ξένιζε έναν ντόπιο του... προηγούμενου αιώνα. Αυτό κρίνεται σκόπιμο να καταγραφεί μια και η λαίλαπα του νεοπλουτικού κιτς (και των γυάλινων τοίχων) στην αρχιτεκτονική δεν έχει αφήσει άθικτη ούτε την πιο απομακρυσμένη γωνιά της ταλαίπωρης χώρας μας. Ο σεβασμός που επέδειξε ο σερ Πάτρικ Λι Φέρμορ στα δικά μας ειωθότα επέδρασε θετικά σ’ ολόκληρη την περιοχή. «Μια που το έκανε εκείνος, ας το κάνουμε κι εμείς» σκέφτηκαν πολλοί. Ο Σερ Φέρμορ, ο ζωντανός θρύλος της λογοτεχνίας και ο ήρωας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έτσι επηρέασε (ευτυχώς) όσους ήθελαν να χτίσουν στην περιοχή που έκριναν πως θα ήταν καλό να αντιγράψουν τον σεβασμό του στο περιβάλλον.
Το να μπορείς να συναντάς ανθρώπους όπως ο Μιχάλης, η Πάντι (τα παρατσούκλια του στην αντίσταση) σίγουρα αποτελεί προνόμιο. Η ευγένειά του συνοδεύεται από μια τόσο εντυπωσιακή απλότητα που αναπόφευκτα σου φέρνει στο νου την αντιδιασταλτική εικόνα του βαρύγδουπου... βαρώνου που εκπέμπουν ορισμένα ημεδαπά ανυπόληπτα λαμόγια του χρηματιστηρίου - αλλά αυτό είναι μια άλλη αμαρτωλή ιστορία γεμάτη κιτς, γυαλιστερές σελίδες βλαχογκλάμουρ περιοδικών, μωροφιλοδοξία και ματωμένα μετρητά κατατεθέντα εν Ελβετία.
Ο Σερ Φέρμορ είναι μια κινούμενη βιβλιοθήκη. Στα 91 του χρόνια έχει κάνει τόσες διαδρομές με τα πόδια όσες κάνουν οι επαγγελματίες οδηγοί με τα αυτοκίνητά τους! Έχει ταξιδέψει (πεζός) από την Αγγλία μέχρι την Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα.
Έχει παρακολουθήσει μάχες και συμπλοκές στη Μακεδονία, το 1935 που ξέσπασε το κίνημα του Βενιζέλου που χώρισε την Ελλάδα στη μέση. Εκπαιδεύτηκε στις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Αγγλίας. Έπεσε με αλεξίπτωτο, βρέθηκε στις μάχες του ελληνοϊταλικού, γνωρίστηκε εκεί με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, απήγαγε τον Γερμανό διοικητή Κρήτης, έγραψε βιβλία που τον κατατάσσουν ως τον κορυφαίο εν ζωή συγγραφέα «ταξιδιωτικής λογοτεχνίας» (αν και ο όρος φρονώ πως αδικεί και τον ίδιο και τη λογοτεχνία του).
Ωστόσο, το μεγαλύτερο κατόρθωμα τούτου του λαμπρού πατριώτη είναι ότι κατόρθωσε μέσα από τόσες δυσκολίες, τόσο αίμα και τόσο θάνατο να παραμείνει ένας απλός και καλός άνθρωπος.
Δυστυχώς, οι περιορισμοί χώρου που πάντοτε συνοδεύουν κάθε έκδοση κάθε εντύπου, δεν επέτρεψαν να επεκτείνουμε τη συζήτησή μας και στις ιστορίες που κουβαλούν μέσα τους τα θαυμάσια βιβλία του Σερ Φέρμορ τα οποία συνιστούμε ανεπιφύλακτα. (Διαβάστε: «Η εποχή της δωρεάς», «Η Μάνη», «Η Ρούμελη», «Τα βιολιά του Σαιν Ζακ»).
Στην παρούσα συνέντευξη επικεντρώσαμε το ενδιαφέρον μας στις πολεμικές δράσεις και δάφνες του συνομιλητή μας.
Σερ Φέρμορ πείτε μας μερικά στοιχεία για τη ζωή σας πριν τον πόλεμο.
Γεννήθηκα στις 11 Φλεβάρη του 1915, κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο πατέρας μου, ήταν ο Σερ Λούις Φέρμορ και ήταν Γεωλόγος στο επάγγελμα. Όλη του τη ζωή του ήταν στην Ινδία και γενικός διευθυντής της Γεωλογικής Υπηρεσίας των Ινδών. Η μητέρα μου γεννήθηκε στην Ινδία όπως και η αδελφή μου. Ο πατέρας μου ήταν εξαιρετικά καταρτισμένος άνθρωπος και γνώριζε πάρα πολλά πράγματα για την επιστήμη του. Υπάρχει και ένα μέταλλο - ορυκτό με το όνομά του, ο "Φερμορίτης", διότι το ανακάλυψε ο ίδιος, στα Ιμαλάια. Έκανε κι άλλες πολλές εφευρέσεις.
Σε ποια σχολεία πήγατε κάνατε τα πρώτα σας βήματα στο χώρο της εκπαίδευσης;
Αρχικά, πήγα στο Suffolk Institute. Στη συνέχεια πήγα στο King's School Canterbury, που ήταν το πιο αρχαίο σχολείο της Αγγλίας. Είχε ιδρυθεί το 597 μ.Χ., την εποχή δηλαδή, που οι Άγγλοι έγιναν Χριστιανοί, εξαιτίας των δραστηριοτήτων του Άγιου Αυγουστίνου.
Έχω πολύ καλές αναμνήσεις από εκεί. Πρέπει να σας πω πώς υπήρχε από τότε η ιδέα να γίνω μόνιμος αξιωματικός και να φοιτήσω στην αντίστοιχη αγγλική Σχολή Ευελπίδων.
Τα ταξίδια σας, τα οποία "γέννησαν" τόσα εξαιρετικά κείμενα και βιβλία, από πότε ξεκίνησαν;
Είχα διαβάσει ένα πολύ ωραίο βιβλίο, που αφορούσε την Ελλάδα. Πάντοτε με διέκρινε ένα έντονο ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Άρχιζα από 13 ετών να μαθαίνω αρχαία ελληνικά. Κατόπιν, σπούδασα στο Λονδίνο και αφού δεν είχαμε πόλεμο τότε, είχα την επιθυμία να γνωρίσω τον κόσμο. Θυμάμαι ότι διάβαζα ιστορικά στοιχεία για την Ελλάδα και για το Βυζάντιο σε ένα βιβλίο, που είχε γράψει ένας μακρινός συγγενής του Λόρδου Βύρωνα, και είχε ως αντικείμενο το Άγιο Όρος. Ήταν τόσο συναρπαστικό το βιβλίο, ώστε αποφάσισα να πάω με τα πόδια στην Ελλάδα. Ήμουν 18 1/2 ετών τότε. Έφυγα λοιπόν, με πολύ λίγα χρήματα από το Tower Bridge του Λονδίνου και πήγα στη Κωνσταντινούπολη με τα πόδια!
Οι γονείς σας δεν αντέδρασαν με την επιλογή σας;
Ο πατέρας μου ήταν στις Ινδίες και δεν του είπα τίποτα. Πήγα αρχικά στο Ρότερνταμ, όπου διέσχισα τα 3/4 του Ρήνου και ύστερα έφτασα στη Γερμανία, στο Δούναβη. Πέρασα από Αυστρία, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Βουλγαρία και τέλος έφτασα στην Τουρκία, ένα χρόνο μετά, την αναχώρησή μου από την Αγγλία. Δεν είχα ρωτήσει τους γονείς μου για αυτό το ταξίδι. Μου είχε στείλει λίγα χρήματα ο "tutor" (φροντιστής) μου. Από αυτό το γεγονός είχε αλλάξει ολόκληρη η ζωή μου. Πάμπολλες φορές κοιμήθηκα στην ύπαιθρο. Καμιά φορά ελάμβανα και γράμματα από φίλους. Τις διανυκτερεύσεις στην ύπαιθρο διαδέχονταν διανυκτερεύσεις σε υπέροχες οικίες, καθώς και σε κάστρα.
Είναι αλήθεια πως συμμετείχατε (τρόπον τινά) στα γεγονότα του '35 που συγκλόνισαν την Ελλάδα;
Ναι είναι γεγονός. Από την Τουρκία, πήρα λοιπόν, ένα καράβι και πήγα στη Θεσσαλονίκη και από εκεί πέρασα ένα μήνα στο Άγιο Όρος. Τα 20α μου γενέθλια τα πέρασα στον Άγιο Παντελεήμονα. Είχα επισκεφτεί όλα τα μοναστήρια. Μετά, πήγα στη Χαλκιδική σε έναν φίλο μου, τον Πέτρο Σταθάτο. Σε αυτόν έμεινα δύο εβδομάδες. Ξαφνικά, ξέσπασε το Κίνημα του Βενιζέλου, με συνέπεια ο φίλος μου να πρέπει να επιστρατευτεί στη Θεσσαλονίκη. Πήγαμε μαζί. Εν τω μεταξύ, ο Σταθάτος είχε πολύ ωραία άλογα και είχα την εντύπωση ότι ήταν μάλλον βασιλόφρων. Εγώ, ήθελα απλά να ακολουθήσω τους στρατιωτικούς. Δεν είχα καμία άποψη για τα πολιτικά πράματα στην Ελλάδα. Όταν λοιπόν φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη, πήγε στον στρατηγό που ήταν φίλος του και του είπε ότι ήθελα να τους ακολουθήσω. O στρατηγός δεν αρνήθηκε. Πήρα από τον Σταθάτο ένα ωραίο άλογο και πήγα με αυτό στο Στρυμόνα. Είχα δώσει στο σημείο αυτό ραντεβού με τον Σταθάτο και συγκεκριμένα στο χωριό Όρλιακο. Ανέβηκα σε ένα δένδρο και από εκεί είδα τη μικρή μάχη που διεξήχθη στην περιοχή. Ύστερα, το κίνημα υποχώρησε και οι Βενιζελικοί φύγανε. Αν δεν κάνω λάθος, ο Βενιζέλος κατευθύνθηκε αρχικά στη Ρόδο. Εντούτοις, εγώ συνέχισα να ακολουθώ το Στρατό, με το άλογο του Σταθάτου πάντα, μέχρι τη Ξάνθη, Καβάλα, έως και το Διδυμότειχο. Είχα μείνει και με Σαρακατσαναίους για ένα διάστημα, στην ελληνική ύπαιθρο. Πέρασα πολύ ωραία τότε. Ύστερα άφησα το άλογο και συνέχισα με τα πόδια. Περπάτησα τη Θεσσαλία και έφτασα στην Αθήνα. Εκεί άρχισα μια νέα ζωή. Ήμουν φιλοξενούμενος σε ένα θαυμάσιο σπίτι στην Πλάκα για δύο εβδομάδες.
Μετά πέρασα δυο με τρεις μήνες στο νερόμυλο του μπάρμπα Σπύρου Λάζαρου. Ύστερα πήγα στη Ρουμανία και έμεινα ένα έτος. Συνολικά, στην Ελλάδα έμεινα μερικούς μήνες και αποχώρησα από την χώρα το Σεπτέμβριο του 1935.
Στη Ρουμανία γνωρίσατε και τους Καντακουζηνούς.
Ορθό. Στη Ρουμανία έμεινα σε ένα αγροτόσπιτο, στη Μολδαβία, που το είχε μια οικογένεια Καντακουζηνών, με καταβολές από το Βυζάντιο. Εκεί γνώρισα και μια θαυμάσια κοπέλα από την οικογένεια αυτή. Εκεί έμεινα περίπου δύο χρόνια και όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος το 1939 βρισκόμουν στη Ρουμανία. Δύο χρόνια έμεινα στη χώρα αυτή, αλλά εν τω μεταξύ είχα κάνει ταξίδια τόσο την Ιταλία όσο και τη Γαλλία.
Γιατί κάνατε τόσα πολλά ταξίδια; Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γι’ αυτή την τάση σας να γυρίζετε τον κόσμο χωρίς να καταλήγετε να ριζώνετε κάπου;
Πιστεύω πως το βασικό κίνητρό μου ήταν η... περιέργεια. Ήθελα να γνωρίσω τον κόσμο. Θυμάμαι έναν πολύ καλό μου φίλο, το συγγραφέα Κωνσταντίνο Ροδοκανάκη. Ήταν ένας λαμπρός άνθρωπος, ο οποίος είχε γράψει ένα ωραίο βιβλίο. Αυτό δεν είχε μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα, είχε όμως τεράστια επιτυχία στην Αγγλία και στην Αμερική. Ο τίτλος του ήταν: "Nο innocent abroad". Είχε εκδοθεί το 1967. Δεν το είχε γράψει εξ' αρχής στα ελληνικά, αλλά στα γαλλικά. Κατόπιν όμως, το μετάφρασα στα ελληνικά, διότι ήξερα γαλλικά. Μετάφρασα και δύο τρία βιβλία του Κωλέττη.
Κηρύσσεται λοιπόν ο πόλεμος το 1939. Τι σκεφτήκατε;
Ότι πρέπει να γυρίσω στην Αγγλία από τη Ρουμανία για να πάω στο Στρατό. Δεν γινόταν να πολεμάνε οι συμπατριώτες μου κι εγώ να απουσιάζω. Έφυγα παρέα με ένα άλλο συνομήλικο φίλο μου και πήγαμε στη Βενετία. Έπειτα από το Παρίσι περάσαμε στο Λονδίνο και κατετάγην στη Βασιλική Φρουρά (Irish Guards). Έμεινα εκεί μερικούς μήνες και στη συνέχεια έγινα υπολοχαγός. Αργότερα με στείλανε στην Υπηρεσία Πληροφοριών (Intelligence Corps). Μη ξεχνάτε ότι ήξερα τα ελληνικά πολύ καλά τότε. Άλλωστε είχε μανία με τα ελληνικά.
Πόσο καιρό εκπαιδευτήκατε στην Υπηρεσία Πληροφοριών;
Εκπαιδεύτηκα για χρονικό διάστημα τεσσάρων μηνών. Καθώς λοιπόν βρισκόμουν στη Β. Αγγλία, ξέσπασε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος. Ως εκ τούτου, με κάλεσαν από την Υπηρεσία και μου είπαν ότι έπρεπε να στείλουν (οι Άγγλοι) μια αποστολή στην Ελλάδα. Έτσι έφυγα στην Αλεξάνδρεια, ύστερα στον Πειραιά και κατέληξα στη «Μεγάλη Βρετανία». Έμεινα σχεδόν ένα μήνα εκεί και αμέσως μετά τα Χριστούγεννα με στείλανε στην Κορυτσά. Ωστόσο τότε είχαν τελειώσει οι μάχες. Παρ' όλα αυτά πήγα εκεί με έναν συμπαθέστατο άνθρωπο, τον Νίκο Μπαλτατζή. Στην Κορυτσά, λοιπόν, συναντήθηκα με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο και γίναμε πολύ καλοί φίλοι. Αυτός είχε ένα περιοδικό που έβγαινε κάθε εβδομάδα και λεγόταν "Οχρίδα". Είχαμε πάει στο Τεπελένι και σε άλλα μέρη της γύρω περιοχής και τέλος μεταβήκαμε στα Γιάννενα.
Τι εντύπωση σας έκανε η αντίσταση της Ελλάδας εναντίον του Άξονα; Πώς κρίνετε τις πολεμικές επιδόσεις των Ελλήνων γενικότερα;
Δεν θα μιλήσω υπερβολικά αν σας πως ότι όλοι οι Έλληνες πολεμιστές ήταν θαυμάσιοι! Η σχεδόν ανεξήγητη αισιοδοξία τους, το θάρρος, η αυτοθυσία. Δεν υπάρχουν κατάλληλες λέξεις για να σας τα περιγράψω όλα αυτά. Για να μην μιλήσω και για το μουσικό μέρος του αγώνα, τα συγκινητικά τραγούδια της Σοφίας Βέμπο, το "κορόιδο Μουσολίνι" και τα άλλα. Στους Έλληνες διέκρινα πολεμικό ζήλο και καθόλου φόβο.
Στη συνέχεια; Όταν όλα έδειχναν ότι η Ελλάδα θα υπέκυπτε στην επίθεση των Γερμανών τι κάνατε;
Μετά έφυγα για να εκτελέσω μια αποστολή συνδέσμου. Κατέβηκα στην Αθήνα με αμάξι. Όταν έγινε ολοφάνερο ότι χάσαμε το παιχνίδι και ότι οι Γερμανοί θα έμπαιναν στην Ελλάδα, ένας στρατηγός, με έστειλε στο Σούνιο. Εκεί είχε ένα καΐκι, που ήταν έτοιμο να φύγει για την Πελοπόννησο, για να μπορέσει να φύγει ο στρατηγός Ουίλσον από την Ελλάδα, σε περίπτωση που δεν υπήρχε άλλο μέσο διαφυγής. Εγώ κατέβηκα με αυτό το καΐκι, το οποίο είχε και κάτι παλαιά πολυβόλα επάνω. Ήταν ένα καΐκι που είχε μετασκευαστεί σε... γιοτ. Ανήκε στον κ. Μελά που βρισκόταν στο Λονδίνο εκείνη την περίοδο και το όνομα του καϊκιού ήταν «Αγία Βαρβάρα». Καπετάνιος ήταν ένας Μιχάλης Μισθός από την Σπάρτη, ένας θαυμάσιος άνθρωπος. Τελικά, ήρθε ένα αεροπλάνο και πήρε το στρατηγό. Ο διοικητής μας, ήταν ο συνταγματάρχης Σμίθ Ντόριαν, υιός του στρατηγού Ντόριαν του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Μαζευτήκαμε μερικά παιδιά, ο ταγματάρχης, εγώ και κάποιοι υπολοχαγοί και πήγαμε στο Λεωνίδιο. Εκεί, ρίξαμε άγκυρα και βγάλαμε όλα τα πράματα. Μέχρι να βγούμε ήρθε ένα γερμανικό αεροπλάνο, στη συνέχεια έφτασε ένα ολόκληρο σμήνος και το βουλιάξανε. Ευτυχώς, δεν υπήρχε κανείς μέσα. Μετά το γεγονός αυτό, αγοράσαμε ένα άλλο καΐκι, διότι είχαμε αρκετά χρήματα σε μια βαλίτσα και αναχωρήσαμε για την Κρήτη. Δυστυχώς, όμως χάλασε η προπέλα με συνέπεια να γυρίσουμε στην Αττική. Από εκεί πήραμε ένα άλλο καΐκι. Όλα αυτά έγιναν μερικές ημέρες πριν τη Μάχη της Κρήτης.
Εκείνη την εποχή η ελληνική ηγεσία θεωρείτε πως στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων;
Εθαύμαζα τον Ιωάννη Μεταξά λόγω του ΟΧΙ που είπε στο Μουσολίνι! Δεν θα μπορούσα να έχω διαφορετική γνώμη άλλωστε.
Μιλήστε μας για τις εμπειρίες σας στην Κρήτη.
Πήγα στα Χανιά και στο Ηράκλειο ως επικεφαλής της ταξιαρχίας μας. Ο Ταξίαρχος ονομαζόταν Τσάπελ και είχε περάσει όλη τη ζωή του στην Ινδία. Από το Ηράκλειο διώξαμε τους Γερμανούς. Εκεί πήγαμε καλά. Μάλιστα, είχαν κατορθώσει να υψώσουν τη σβάστικα, αλλά καταφέραμε και τους διώξαμε. Το κακό ήταν ότι είχαν κοπεί οι συγκοινωνίες μεταξύ Χανιών και Ηρακλείου. Ξαφνικά, μάθαμε την καταστροφή που έγινε στο Μάλεμε. Στη συνέχεια, μας πήρε το Ναυτικό και φύγαμε στην Αλεξάνδρεια. Μας βομβάρδισαν σφοδρά, συνεχώς.
Η αντίσταση των Κρητικών ανταποκρίνεται στην επική εικόνα που της έχει προσδώσει η ιστοριογραφία;
Όχι δεν ανταποκρίνεται. Ήταν καλύτερη απ’ αυτή που έχουμε ακούσει και διαβάσει. Ήταν εξαιρετική! Έζησα πολύ συγκινητικές στιγμές στην Κρήτη. Την τελευταία νύκτα πριν την αναχώρηση για την Αίγυπτο, ήμουν μαζί με τον Ταξίαρχο Τσάπελ για να μεταφράσω κάτι και θυμάμαι ότι ήρθε ένας γέρος Κρητικός και είπε σε μένα ότι ήθελε να μιλήσει με τον Ταξίαρχο. Τον λέγανε Σατανά, Καπετάνιο Σατανά! Δεν θυμάμαι το πραγματικό του όνομα όμως. Τον βρήκε, έβαλε το χέρι του πάνω στον ώμο και του είπε: "Παιδί μου, ξέρω πως θα φύγετε απόψε, αλλά δεν πειράζει. Εμείς θα συνεχίσουμε τη μάχη. Να μας αφήσετε όσα τυφέκια έχετε". Ο Τσάπελ συγκινήθηκε πάρα πολύ. Ήταν τότε δίπλα ένας Σκωτσέζος και είπε: "Πάρτε τα". Τους αφήσαμε όσα όπλα περισσέψανε και μετά αναχωρήσαμε για την Αλεξάνδρεια. Εκεί, μείναμε μερικές μέρες, έπειτα πήγαμε στο Κάιρο και κατόπιν με στείλανε στο Κανάλι του Σουέζ, όπου έμεινα για δύο μήνες. Στη συνέχεια έφυγα για τη Χάιφα όπου έγινα εκπαιδευτής όπλων και συγκεκριμένα S.O.E. (Special Operation Executive), δηλαδή Koμμάντος.
Εκπαιδευόμουν μαζί με Κρητικούς στη Χάιφα. Εγώ ήμουν δήθεν... μαθητής, δεν ήξερα τίποτα. Με τους Κρητικούς γίναμε πολύ φίλοι. Ήρθε ένας στρατηγός και είπε: "Έννοια σας, θα ήμαστε εντάξει και δεν θα το πούμε σε κανένα". Όλοι οι Κρητικοί ξέρανε τα όπλα σαν την τσέπη τους, πολύ καλύτερα από εμένα. Είχαμε και ξένα όπλα, που είχαμε πάρει από Γερμανούς και Ιταλούς. Στη Χάιφα έμεινα μερικές μήνες και μετά με στείλανε στην Κρήτη, για να πάρω μέρος στην αντίσταση. Με στείλανε ως ασυρματιστή και μέναμε σε σπηλιές. Εγώ ήμουνα ενάμισι χρόνο στην Κρήτη, κάπου 15 μήνες. Γύριζα παντού στην Κρήτη. Στην αρχή βρέθηκα στα χανιώτικα, έπειτα στον Ψηλορείτη.
Είχατε περάσει ενάμισι χρόνο στην Κρήτη, οργανώνοντας την αντίσταση. Σε ποιες αντιστασιακές πράξεις προχωρήσατε;
Πρώτον έκανα κατασκοπεία. Δηλαδή, παρατηρούσαμε τις κινήσεις των Γερμανών και άλλες λεπτομέρειες. Είχα επαφή με τους Κρητικούς και φέρναμε αρκετά όπλα. Επιπρόσθετα, κάναμε αρκετά σαμποτάζ και ερευνούσαμε τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί απόβαση. Εγώ και ένα άλλο παιδί προσπαθήσαμε να βουλιάξουμε ένα γερμανικό πλοίο. Μπήκαμε μέσα στο λιμάνι, αλλά δυστυχώς μας εντόπισαν. Είχαμε μαζί μας νάρκες για να τις κολλήσουμε στο πλοίο πάνω. Είχαμε καταστρέψει αρκετά αεροπλάνα στο έδαφος και αρκετά πολεμοφόδια. Δυστυχώς, όμως, κάθε πετυχημένη πράξη μας έφερνε αντίποινα από πλευράς Γερμανών σε κρητικά χωριά. Οι Γερμανοί ήταν σκληροί άνθρωποι. Εάν κάποιος σκότωνε έναν Γερμανό, τότε εκτελούντο πολλοί άμαχοι στα πλαίσια αντιποίνων. Το είχαν παρακάνει οι Γερμανοί. Ειρήσθω εν παρόδω, εγώ φορούσα συνεχώς την παραδοσιακή κρητική φορεσιά. Εγώ τους αγάπησα πάρα πολύ τους Κρητικούς και τους αγαπώ ακόμα. Δεν υπάρχουν καλύτεροι άνθρωποι από τους Κρητικούς. Οι καπεταναίοι ήταν παλικαράδες και πολύ γενναίοι.
Κατά τη διάρκεια της αντίστασης, γνωρίσατε και τον Γιώργο Ψυχουντάκη. Τόσα χρόνια μετά ποια περιστατικά και στιγμές σας έχουν μείνει έντονα χαραγμένα στη μνήμη σας;
Όταν γνώρισα τον Ψυχουντάκη, ήταν 19 ετών τότε, και ζούσε σε ένα ορεινό χωριό, στην Ασή Γωνιά Αποκορώνου κοντά στα Χανιά. Το χωριό του έβγαζε παλικάρια και καλούς ανθρώπους. Ακούγεται απλοϊκός ο χαρακτηρισμός αλλά είναι η αλήθεια. Οικογενειακά, οι Ψυχουντάκηδες ασχολούντο με την κτηνοτροφία. Ο Γιώργος ήταν ένα πολύ σπάνιο παιδί. Έγραψε ποιήματα. Τον διέκρινε εντονότατη αίσθηση του χιούμορ και τρομερή ζωντάνια. Ο Γιώργος είχε μανία με την Κρήτη! Την πρώτη φορά που τον συνάντησα ήμασταν στα βουνά και θυμάμαι ότι μου είπε απέξω ένα μακρύ ποίημα που είχε γράψει για όλον τον πόλεμο, από τη στιγμή που είχε αρχίσει μέχρι τότε. Μάλιστα, χρησιμοποιούσε το 15σύλλαβο του Ερωτόκριτου, γεγονός που με εντυπωσίασε. Ο πατέρας του ήταν τσομπάνης στο χωριό, αγράμματος άνθρωπος. Ωστόσο ήξερε όλον τον Ερωτόκριτο από την αρχή μέχρι το τέλος απέξω, δίχως να κάνει κανένα σφάλμα, σαν αρχαίος Έλληνας! Εδώ διακρίνουμε τη διαφορά της εκπαίδευσης με τη μόρφωση, με περιπτώσεις σαν αυτή του Ψυχουντάκη.
Έχετε μελετήσει τους αρχαίους Έλληνες και βλέπετε και τους σύγχρονους. Εντοπίζετε πολλές διαφορές; Γιατί όπως ξέρετε υπάρχει και η θεωρία του Φαλμεράιερ.
Τη γνωρίζω τη θεωρία του Φαλμεράιερ. Προσωπικά φρονώ πως είναι απολύτως λανθασμένη. Η ελληνική ιστορία είναι ενιαία, συνεχής και αδιάσπαστη. Οι αποδείξεις βρίσκονται ολόγυρά μας. Οι άνθρωποι και οι ιδιομορφίες τους, τα τοπία, η γλώσσα - τα πάντα δείχνουν Ελλάδα.
Ας γυρίσουμε όμως στον Ψυχουντάκη. Είχε σπουδαία δράση σε όλη τη διάρκεια του πολέμου. Αγγελιαφόρος ήταν και διένυε τεράστιες αποστάσεις με τρύπια παπούτσια. Μετά τον πόλεμο έφτιαχνε κάρβουνα, ήταν δηλαδή καρβουνιάρης. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ήταν ήταν μέσα σε όλα. Έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα συνέχεια. Μας έσωσε πολλές φορές. Μου θυμίζει μια σύγχρονη εκδοχή του Φειδιππίδη! Μετά τον πόλεμο, όταν γύρισα, πήγα στο χωριό του στην Ασή Γωνιά και έπειτα στο Αρκάδι στο μοναστήρι για να δούμε τον ηγούμενο. Αυτός είχε πάρει μέρος στην αντίσταση και ήταν χρυσός και τολμηρός άνθρωπος. Εκεί λοιπόν, ο Γιώργος Ψυχουντάκης μου είπε: «Εγώ προσπάθησα να γράψω την ιστορία της αντίστασης της Κρήτης, ό,τι είδα». Μου έδωσε πέντε τετράδια, με αυτά που είχε γράψει. Ήταν γραμμένα με μολύβι και ήταν πολύ καλά και απλά γραμμένα. Αμέσως, διαπίστωσα ότι επρόκειτο για εξαιρετική δουλειά. Του είπα δώστο μου για να στο τυπώσω στην Αθήνα, όπερ και εγένετο. Το βιβλίο είχε τον τίτλο «Ο Κρητικός Μαντατοφόρος». Επίσης, το μετέφρασα κιόλας στα αγγλικά όπου είχε τον τίτλο «The Cretan Runner». Είχε μεγάλη επιτυχία το έργο του Ψυχουντάκη. Αργότερα παντρεύτηκε μια χαριτωμένη κοπέλα, τη Σοφία, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά. Μετά, ο κουμπάρος του είπε: "Γιατί δεν μεταφράζεις την Οδύσσεια;". Και εκείνος το έκανε. Στη συνέχεια μετέφρασε και την Ιλιάδα. Και τα δύο τα απέδωσε στη κρητική διάλεκτο - ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο που το έφερε εις πέρας.
Μπορείτε να μας διηγηθείτε το ιστορικό της απαγωγής του στρατηγού Κράιπε;
Καταρχήν, είχε καθοριστεί να απαγάγουμε άλλον στρατηγό. Η ιστορία άρχισε με τη συνθηκολόγηση των Ιταλών, το Σεπτέμβριο του 1943. Στην Κρήτη τότε, βρισκόταν η ιταλική μεραρχία "Σιένα", με επικεφαλή τον στρατηγό Κάρτα. Οι Γερμανοί τότε απαίτησαν από τους Ιταλούς να τους παραδώσουν τον οπλισμό τους, προτού φύγουν από το νησί. Ο στρατηγός Κάρτα ήρθε σε επαφή με εμένα, μέσω του υπευθύνου αξιωματικού Πληροφοριών. Εμείς γλιτώσαμε τον στρατηγό Κάρτα και τον φυγαδέψαμε στο Κάιρο, γιατί οι Γερμανοί ήθελαν να τον φυλακίσουν. Η ιστορία άρχισε μετά από ένα σφάλμα του Καπετάν Μανώλη Μπαντουβά, ενός Κρητικού, ο οποίος πίστεψε ότι μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών, επρόκειτο να ακολουθήσει απόβαση των Συμμάχων στο νησί. Ως εκ τούτου, παιδιά από την ομάδα του, σκότωσαν σε ένα χωριό δύο γερμανικές φρουρές καθώς και όσους πήγαν για ενισχύσεις. Οι Γερμανοί για αντίποινα έστειλαν στρατιώτες και εκτέλεσαν 600 αμάχους σε επτά χωριά. Έκαψαν και τα επτά χωριά. Ο Γερμανός στρατηγός Μίλλερ ήταν υπεύθυνος για αυτή τη σφαγή. Εμείς, λοιπόν, θεωρήσαμε ότι κάτι έπρεπε να κάνουμε για αυτή την κατάσταση, έτσι ώστε να αποφύγουμε την αιματοχυσία. Ταυτόχρονα όμως, η κίνησή μας θα έπρεπε να είχε συμβολικό χαρακτήρα. Είπα, στον διοικητή μας του S.O.E. στο Κάιρο, να συλλάβουμε τον διοικητή τους, τον στρατηγό Μίλερ, χωρίς να χυθεί σταγόνα αίμα, δηλαδή να μην έχουν δικαίωμα οι Γερμανοί να προβούν σε αντίποινα. Είχα έναν λοχαγό φίλο μου, του οποίου του είπα να είναι υπεύθυνος της επιχείρησης. Αυτός είχε προαχθεί στο βαθμό του λοχαγού από υπολοχαγός, και εγώ τότε είχα προαχθεί σε ταγματάρχη. Μαζί μας στην επιχείρηση θα λάμβαναν μέρος και δύο καλοί μου φίλοι, οι Κρητικοί Μανώλης Πατεράκης και Γιώργος Τυράκης. Αναχωρήσαμε για να πέσουμε με αλεξίπτωτο σε μια περιοχή της Κρήτης που ονομάζεται Καθαρό. Με το αλεξίπτωτο έκανα άλμα στις 4 Φεβρουαρίου του 1944, πάνω από το Καθαρό. Στη Χάιφα, έμαθα τη χρήση του αλεξιπτώτου.
Ποιες ήταν οι ακριβείς προβλέψεις του σχεδίου για την απαγωγή του γερμανού διοικητή;
Λοιπόν, αναχωρήσαμε με αεροπλάνο από το Πρίντεζι της Ιταλίας για την Κρήτη με σκοπό να πέσουμε στο νησί. Φτάσαμε πάνω από το Καθαρό, με τα φώτα σβησμένα. Το σχέδιο προέβλεπε να κάνω πρώτος άλμα εγώ, έτσι ώστε να βεβαιώσω τους υπόλοιπους ότι η περιοχή είναι εντάξει. Πήδηξα, αλλά κατά τη διάρκεια της πτώσεώς μου είδα σύννεφα στον ουρανό, κακοκαιρία. Αποτέλεσμα του κακού καιρού ήταν οι άλλοι να μην μπορέσουν να κάνουν το άλμα. Το αεροπλάνο αναχώρησε για το Πρίντεζι πάλι. Η υπόλοιπη ομάδα ήρθε μετά από δύο μήνες με πλοίο, στη νότια ακτή της Κρήτης. Μαζευτήκαμε δύο Εγγλέζοι και έντεκα Έλληνες. Όλοι τους ήταν περίφημα παιδιά. Ένα παιδί, το οποίο απεβίωσε τρεις μήνες από τη συνομιλία μας, κατασκόπευε το αυτοκίνητο του Γερμανού στρατηγού. Βέβαια, τα πράγματα είχαν αλλάξει. Τη θέση του Μίλερ είχε πάρει ο στρατηγός Κράιπε. Εγώ, μαζί με ένα άλλο παιδί, επικεφαλή της Υπηρεσίας Πληροφοριών, ονόματι Mίκη (Micky) Ακουμιανάκης, πήγαμε στο σπίτι του τελευταίου στην Κνωσό. Ο Γερμανός στρατηγός έμενε στη βίλα Αριάδνη. Το σπίτι του Ακουμιανάκη βρισκόταν δίπλα στη βίλα Αριάδνη. Καθ' όλη τη διάρκεια της προπαρασκευής, μετακινούμασταν από σπηλιές σε σπηλιές. Παρατηρήσαμε ότι ο στρατηγός γυρνούσε στη βίλα Αριάδνη τη νύκτα, ευτυχώς για εμάς, διότι θα μπορούσαμε να στήσουμε ενέδρα τη νύκτα, δίχως να μας εντοπίσει κανείς. Ήταν ένα παιδί, ο Ηλίας, ο οποίος έδινε αναφορά για τη συνοδεία του στρατηγού. Η ενέδρα μας στήθηκε σε ένα σταυροδρόμι τη νύκτα της 26ης Απριλίου του 1944, τη στιγμή που ο στρατηγός επέστρεφε από το αρχηγείο του στη βίλα Αριάδνη. Ο Ηλίας μας έδωσε σήμα με ένα φακό δύο φορές για να μας ειδοποιήσει ότι το αυτοκίνητο του στρατηγού πλησίαζε στο σταυροδρόμι. Βάσει σχεδίου, εάν ο Ηλίας έστελνε σήμα με το φακό μια φορά, τότε σήμαινε ότι το αυτοκίνητο είχε συνοδεία μπροστά. Εάν μας έκανε σήμα δύο φορές, τότε το αυτοκίνητο δεν είχε συνοδεία. Εμείς ήμασταν στο σημείο, ντυμένοι με γερμανικές στολές. Είδαμε το σήμα από τον Ηλία, δύο φορές. Καθώς, λοιπόν, το αυτοκίνητο πλησίαζε στο σημείο που ήμασταν, το σταματήσαμε. Ζήτησα από τον οδηγό κάτι χαρτιά. Ο οδηγός πήγε να τα πάρει και τότε ανοίξαμε τις πόρτες, χτυπήσαμε τον οδηγό, εγώ άρπαξα τον στρατηγό και τον έβγαλα έξω από το αυτοκίνητο. Έπειτα, τον βάλαμε πίσω και φύγαμε. Μια άλλη ομάδα πήρε τον σοφέρ του στρατηγού. Με αυτήν θα συναντιόμασταν στον Ψηλορείτη. Δυστυχώς, όμως ένα από τα παιδιά της ομάδος αυτής σκότωσε τον σοφέρ. Εγώ δεν ήθελα να χυθεί αίμα και λυπήθηκα πάρα πολύ, αλλά δεν απεφεύχθη το μοιραίο. Φύγαμε λοιπόν και μπήκαμε μέσα στην πόλη του Ηρακλείου. Ήταν Σάββατο βράδυ, ως εκ τούτου η πόλη ήταν γεμάτη από Γερμανούς. Εμείς σιγά σιγά περάσαμε όλο το Ηράκλειο. Δεν μας ήλεγξε κανείς. Όταν φτάσαμε στη δυτική πλευρά του Ηρακλείου, ήρθε ένας Γερμανός να μας ελέγξει και εγώ φώναξα από το παράθυρο στα γερμανικά: «Είναι το αυτοκίνητο του στρατηγού». Καθόμουν στο κάθισμα του συνοδηγού και προσποιούμουν τον Γερμανό στρατηγό. Εν τω μεταξύ, ο στρατηγός ήταν φοβισμένος όλη την ώρα. Βρισκόταν στο πίσω κάθισμα υπό κάλυψη. Όταν απομακρυνθήκαμε αρκετά και αφού περάσαμε 22 γερμανικά μπλόκα, φτάσαμε κάτω από τα Ανώγια. Τότε κατέβηκε από το αυτοκίνητο ο στρατηγός και ο Πατεράκης. Εγώ πήρα το αυτοκίνητο 3 χλμ., πιο μακριά, όπου και το άφησα σε ένα ερημικό μονοπάτι*. Μέσα όμως, άφησα ένα γράμμα με μερικές αγγλικές υπογραφές, το οποίο έγραφε ότι ο στρατηγός είναι αιχμάλωτος πολέμου και πως αιχμαλωτίστηκε δήθεν από στρατιώτες του Ελληνικού Στρατού της Μέσης Ανατολής. Με την πράξη αυτή, οι Γερμανοί δεν θα είχαν λόγο να προβούν σε αντίποινα κατά του άμαχου πληθυσμού. Και όντως, αντίποινα δεν έγιναν. Επίσης, κλέψαμε και τις γερμανικές σημαίες από το αυτοκίνητο. Αφού αφήσαμε το αυτοκίνητο, συναντηθήκαμε πάνω στα Ανώγια όλη η ομάδα. Το αυτοκίνητο το αφήσαμε σε ένα δρόμο που οδηγούσε προς την παραλία, έτσι ώστε οι Γερμανοί να νομίσουν ότι οι απαγωγείς διέφυγαν μαζί με τον στρατηγό με υποβρύχιο. Στην αρχή, πριν εντοπίσουν το αυτοκίνητο, έριξαν φυλλάδια, τα οποία έγραφαν ότι θα σκότωναν αμάχους εάν δεν παραδιδόταν ο στρατηγός, κ.ά. Τέσσερις μήνες μετά από το γεγονός, έγινε η μεγάλη γερμανική οπισθοχώρηση μέσα στα Χανιά. Για να μην επαναληφθούν επιπρόσθετα σαμποτάζ και ενέδρες από πλευράς των ανταρτών, οι Γερμανοί προέβησαν σε πολλές σφαγές αμάχων, για παραδειγματισμό. Εκ των υστέρων, προφασίστηκαν ως λόγο για τις σφαγές αμάχων και την απαγωγή του Κράιπε - κάτι που δεν ισχύει, αφού τα αντίποινα τα εφάρμοζαν αμέσως κι όχι με διαφορά... φάσης τεσσάρων μηνών.
Επί τρεις εβδομάδες, που κρυβόσασταν μαζί με τον στρατηγό; Επίσης, άκουσα κάποια στιγμή από τις αφηγήσεις για την απαγωγή, ότι σε κάποιο σημείο απαγγείλατε εσείς κι ο Κράιπε αποσπάσματα από Οράτιο. Είναι αληθές το γεγονός;
Κρυβόμασταν σε σπηλιές έξω από το χωριό. Μάλιστα, μιλούσαμε μαζί πάρα πολύ. Αναπτύξαμε πολύ καλές σχέσεις. Ένα πρωί κοίταξε την κορυφή του Ψηλορείτη, η θέα ήταν εκστατική και τότε απήγγειλε στα λατινικά τις πρώτες γραμμές μιας ωδής του Οράτιου. Ήταν από τα λίγα λατινικά που ήξερα απ' έξω. Συγκεκριμένα είπε: "Vides ut alta stet nive candidum / Soracte". Τότε συνέχισα κι εγώ στα λατινικά. Ο στρατηγός αίφνης με κοίταξε και μετά επικράτησε σιωπή. Εκείνη την ώρα ένιωσα σαν να είχε τελειώσει ο πόλεμος. Δεν ξέρω πως, αλλά σαν να αντιληφθήκαμε ότι προερχόμασταν από τον ίδιο πολιτισμό. Ήταν μια ωραία και συνάμα παράξενη στιγμή. Εν τω μεταξύ, ο Ψυχουντάκης έτρεχε συνεχώς δεξιά και αριστερά για να μεταβιβάσει μηνύματα, διότι το σχέδιο άλλαξε. Τελικά, στις 14 Μαΐου του 1944, μεταβήκαμε στην ερημική παραλία Ροδάκινο, όπου ένα βρετανικό υποβρύχιο παρέλαβε τον Γερμανό στρατηγό και τον μετέφεραν στην Αίγυπτο.
Πότε φύγατε από την Κρήτη τελικά;
Μετά από το γεγονός αυτό αρρώστησα πολύ με συνέπεια να μεταφερθώ στο νοσοκομείο. Κατόπιν, μετέβη στο Λίβανο και ύστερα πάλι στην Κρήτη και αργότερα στην Αγγλία. Εκεί, ξαφνικά με πήρανε και μου είπαν να λάβω μέρος σε μια αερομεταφερόμενη επιχείρηση. Σκοπός μας ήταν να πέσουμε με αλεξίπτωτο και να απελευθερώσουμε αιχμαλώτους πολέμου, από το φρικτό στρατόπεδο συγκεντρώσεως, Κόλντιτς. Επρόκειτο για ένα φρούριο - κάστρο στη Σαξονία. Εν τέλει όμως, το άλμα δεν πραγματοποιήθηκε γιατί οι ομάδες του στρατηγού Πάττον προχωρήσανε πολύ γρήγορα. Για μένα τότε τελείωσε ο πόλεμος.
Από το Στρατό πότε φύγατε;
Μετά από το παραπάνω περιστατικό. Δεν έμεινα για να συνεχίσω στρατιωτική καριέρα. Στη συνέχεια πήγα στο Βρετανικό Συμβούλιο στην Αθήνα. Ήθελα να μείνω στην Ελλάδα. Αυτή η χώρα ήταν η μανία και συνάμα το πεπρωμένο μου.
Θεωρείτε ότι μετά το Β'ΠΠ η Ελλάδα πήρε αυτά που δικαιούταν μετά από τόσο αίμα που έχυσε;
Όχι βέβαια. Εγώ ήθελα να δωθεί η Κύπρος στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο. Θεωρώ άδικο ό,τι έχει γίνει μ’ αυτό το κομμάτι του Ελληνισμού. Είναι άδικο να κατέχει η Τουρκία το μισό νησί. Ακόμα και Έλληνες φίλοι μου δεν μιλάνε για το Κυπριακό. Κανείς πια δεν μιλάει γι’ αυτό και απορώ. Λες και έχει εξαφανιστεί το πρόβλημα. Όπως επίσης και με την περίπτωση της FYROM, ιστορικά δεν στέκουν οι απαιτήσεις της. Έχω γράψει για αυτό το ζήτημα. Ιστορικά, υπάρχει πραγματικό όνομα για τη σημερινή FYROM, είναι το Παιονία, το οποίο το αναφέρει κι ο Ηρόδοτος. Οι απαιτήσεις της FYROM είναι ιστορικά αβάσιμες.
Για εσάς, τι αντιπροσωπεύει η Ελλάδα;
Τα πάντα! Ιστορία, αγάπη, φιλία, ευδαιμονία, παράδοση, πολλά πράματα... Η ζωή μου ολόκληρη περιστράφηκε κι αφοσιώθηκε στην Ελλάδα.
*Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια από την υπόθεση της απαγωγής του στρατηγού Κράιπε, ο Σερ Φέρμορ την άφησε τελευταία. Στην αφήγησή του, προηγουμένως, μας είπε πως μετά την απαγωγή, οδήγησε το αυτοκίνητο του στρατηγού για 3 χιλιόμετρα μέχρι το ερημικό μονοπάτι στο οποίο το παράτησε. Κλείνοντας τη συζήτησή μας, ο Σερ Φέρμορ συμπλήρωσε: «Ξέρετε και κάτι αστείο; Τότε που χρειάστηκε να οδηγήσω το αυτοκίνητο για τούτη τη μικρή απόσταση, δεν γνώριζα να οδηγώ! Έμαθα επί τόπου...».
ΣΕΡ ΠΑΤΡΙΚ ΛΙ ΦΕΡΜΟΡ
Ο σερ Πάτρικ Λι Φέρμορ είναι εραστής της Ελλάδας και δεν το κρύβει. Το έχει αποδείξει στα δύσκολα, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Βρέθηκε στο μέτωπο της Β. Ηπείρου στο πλευρό των Ελλήνων πολεμιστών. Δραστηριοποιήθηκε στην κρητική αντίσταση κατά των Γερμανών ως επικεφαλής των Βρετανικών Υπηρεσιών Πληροφοριών. Συμμετείχε στην απαγωγή του στρατηγού Κράιπε, την εντυπωσιακότερη αντάρτικη ενέργεια των Συμμάχων που έλαβε χώρα στην Κρήτη. Ο σερ Φέρμορ δεν αγάπησε τους Κρητικούς κι όλους τους άλλους Έλληνες μόνο για τη δράση τους στον πόλεμο αλλά γι’ αυτό που ήταν και είναι. Στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλάει για τα ωραιότερα, τα επικινδυνωδέστερα, τα πολεμικά.
Συναντηθήκαμε στο σπίτι του που βρίσκεται στη Μεσσηνιακή Μάνη. Ο Σερ Φέρμορ είναι δημιουργός. Σε όλα του. Και Έλληνας - ακόμα και σε σημεία που εμείς οι γεννημένοι Έλληνες ξαστοχούμε να αποδεικνύουμε έμπρακτα την εθνικότητά μας. Η εικόνα του σπιτιού του μπορεί να αποδείξει ακόμα και στον πιο δύσπιστο την αλήθεια των ανωτέρω. Από το πουθενά ο Σερ Φέρμορ έφτιαξε μια παραδοσιακότατη οικία που ανταποκρίνεται και εναρμονίζεται πλήρως με το μαγευτικό τοπίο. Έχει προσέξει τα πάντα. Από τις αυλές του σπιτιού μέχρι το εσωτερικό (ακόμα και τα φωτιστικά), η εικόνα του σπιτιού του κ. Φέρμορ δεν θα ξένιζε έναν ντόπιο του... προηγούμενου αιώνα. Αυτό κρίνεται σκόπιμο να καταγραφεί μια και η λαίλαπα του νεοπλουτικού κιτς (και των γυάλινων τοίχων) στην αρχιτεκτονική δεν έχει αφήσει άθικτη ούτε την πιο απομακρυσμένη γωνιά της ταλαίπωρης χώρας μας. Ο σεβασμός που επέδειξε ο σερ Πάτρικ Λι Φέρμορ στα δικά μας ειωθότα επέδρασε θετικά σ’ ολόκληρη την περιοχή. «Μια που το έκανε εκείνος, ας το κάνουμε κι εμείς» σκέφτηκαν πολλοί. Ο Σερ Φέρμορ, ο ζωντανός θρύλος της λογοτεχνίας και ο ήρωας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έτσι επηρέασε (ευτυχώς) όσους ήθελαν να χτίσουν στην περιοχή που έκριναν πως θα ήταν καλό να αντιγράψουν τον σεβασμό του στο περιβάλλον.
Το να μπορείς να συναντάς ανθρώπους όπως ο Μιχάλης, η Πάντι (τα παρατσούκλια του στην αντίσταση) σίγουρα αποτελεί προνόμιο. Η ευγένειά του συνοδεύεται από μια τόσο εντυπωσιακή απλότητα που αναπόφευκτα σου φέρνει στο νου την αντιδιασταλτική εικόνα του βαρύγδουπου... βαρώνου που εκπέμπουν ορισμένα ημεδαπά ανυπόληπτα λαμόγια του χρηματιστηρίου - αλλά αυτό είναι μια άλλη αμαρτωλή ιστορία γεμάτη κιτς, γυαλιστερές σελίδες βλαχογκλάμουρ περιοδικών, μωροφιλοδοξία και ματωμένα μετρητά κατατεθέντα εν Ελβετία.
Ο Σερ Φέρμορ είναι μια κινούμενη βιβλιοθήκη. Στα 91 του χρόνια έχει κάνει τόσες διαδρομές με τα πόδια όσες κάνουν οι επαγγελματίες οδηγοί με τα αυτοκίνητά τους! Έχει ταξιδέψει (πεζός) από την Αγγλία μέχρι την Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα.
Έχει παρακολουθήσει μάχες και συμπλοκές στη Μακεδονία, το 1935 που ξέσπασε το κίνημα του Βενιζέλου που χώρισε την Ελλάδα στη μέση. Εκπαιδεύτηκε στις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Αγγλίας. Έπεσε με αλεξίπτωτο, βρέθηκε στις μάχες του ελληνοϊταλικού, γνωρίστηκε εκεί με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, απήγαγε τον Γερμανό διοικητή Κρήτης, έγραψε βιβλία που τον κατατάσσουν ως τον κορυφαίο εν ζωή συγγραφέα «ταξιδιωτικής λογοτεχνίας» (αν και ο όρος φρονώ πως αδικεί και τον ίδιο και τη λογοτεχνία του).
Ωστόσο, το μεγαλύτερο κατόρθωμα τούτου του λαμπρού πατριώτη είναι ότι κατόρθωσε μέσα από τόσες δυσκολίες, τόσο αίμα και τόσο θάνατο να παραμείνει ένας απλός και καλός άνθρωπος.
Δυστυχώς, οι περιορισμοί χώρου που πάντοτε συνοδεύουν κάθε έκδοση κάθε εντύπου, δεν επέτρεψαν να επεκτείνουμε τη συζήτησή μας και στις ιστορίες που κουβαλούν μέσα τους τα θαυμάσια βιβλία του Σερ Φέρμορ τα οποία συνιστούμε ανεπιφύλακτα. (Διαβάστε: «Η εποχή της δωρεάς», «Η Μάνη», «Η Ρούμελη», «Τα βιολιά του Σαιν Ζακ»).
Στην παρούσα συνέντευξη επικεντρώσαμε το ενδιαφέρον μας στις πολεμικές δράσεις και δάφνες του συνομιλητή μας.
Σερ Φέρμορ πείτε μας μερικά στοιχεία για τη ζωή σας πριν τον πόλεμο.
Γεννήθηκα στις 11 Φλεβάρη του 1915, κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ο πατέρας μου, ήταν ο Σερ Λούις Φέρμορ και ήταν Γεωλόγος στο επάγγελμα. Όλη του τη ζωή του ήταν στην Ινδία και γενικός διευθυντής της Γεωλογικής Υπηρεσίας των Ινδών. Η μητέρα μου γεννήθηκε στην Ινδία όπως και η αδελφή μου. Ο πατέρας μου ήταν εξαιρετικά καταρτισμένος άνθρωπος και γνώριζε πάρα πολλά πράγματα για την επιστήμη του. Υπάρχει και ένα μέταλλο - ορυκτό με το όνομά του, ο "Φερμορίτης", διότι το ανακάλυψε ο ίδιος, στα Ιμαλάια. Έκανε κι άλλες πολλές εφευρέσεις.
Σε ποια σχολεία πήγατε κάνατε τα πρώτα σας βήματα στο χώρο της εκπαίδευσης;
Αρχικά, πήγα στο Suffolk Institute. Στη συνέχεια πήγα στο King's School Canterbury, που ήταν το πιο αρχαίο σχολείο της Αγγλίας. Είχε ιδρυθεί το 597 μ.Χ., την εποχή δηλαδή, που οι Άγγλοι έγιναν Χριστιανοί, εξαιτίας των δραστηριοτήτων του Άγιου Αυγουστίνου.
Έχω πολύ καλές αναμνήσεις από εκεί. Πρέπει να σας πω πώς υπήρχε από τότε η ιδέα να γίνω μόνιμος αξιωματικός και να φοιτήσω στην αντίστοιχη αγγλική Σχολή Ευελπίδων.
Τα ταξίδια σας, τα οποία "γέννησαν" τόσα εξαιρετικά κείμενα και βιβλία, από πότε ξεκίνησαν;
Είχα διαβάσει ένα πολύ ωραίο βιβλίο, που αφορούσε την Ελλάδα. Πάντοτε με διέκρινε ένα έντονο ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Άρχιζα από 13 ετών να μαθαίνω αρχαία ελληνικά. Κατόπιν, σπούδασα στο Λονδίνο και αφού δεν είχαμε πόλεμο τότε, είχα την επιθυμία να γνωρίσω τον κόσμο. Θυμάμαι ότι διάβαζα ιστορικά στοιχεία για την Ελλάδα και για το Βυζάντιο σε ένα βιβλίο, που είχε γράψει ένας μακρινός συγγενής του Λόρδου Βύρωνα, και είχε ως αντικείμενο το Άγιο Όρος. Ήταν τόσο συναρπαστικό το βιβλίο, ώστε αποφάσισα να πάω με τα πόδια στην Ελλάδα. Ήμουν 18 1/2 ετών τότε. Έφυγα λοιπόν, με πολύ λίγα χρήματα από το Tower Bridge του Λονδίνου και πήγα στη Κωνσταντινούπολη με τα πόδια!
Οι γονείς σας δεν αντέδρασαν με την επιλογή σας;
Ο πατέρας μου ήταν στις Ινδίες και δεν του είπα τίποτα. Πήγα αρχικά στο Ρότερνταμ, όπου διέσχισα τα 3/4 του Ρήνου και ύστερα έφτασα στη Γερμανία, στο Δούναβη. Πέρασα από Αυστρία, Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Βουλγαρία και τέλος έφτασα στην Τουρκία, ένα χρόνο μετά, την αναχώρησή μου από την Αγγλία. Δεν είχα ρωτήσει τους γονείς μου για αυτό το ταξίδι. Μου είχε στείλει λίγα χρήματα ο "tutor" (φροντιστής) μου. Από αυτό το γεγονός είχε αλλάξει ολόκληρη η ζωή μου. Πάμπολλες φορές κοιμήθηκα στην ύπαιθρο. Καμιά φορά ελάμβανα και γράμματα από φίλους. Τις διανυκτερεύσεις στην ύπαιθρο διαδέχονταν διανυκτερεύσεις σε υπέροχες οικίες, καθώς και σε κάστρα.
Είναι αλήθεια πως συμμετείχατε (τρόπον τινά) στα γεγονότα του '35 που συγκλόνισαν την Ελλάδα;
Ναι είναι γεγονός. Από την Τουρκία, πήρα λοιπόν, ένα καράβι και πήγα στη Θεσσαλονίκη και από εκεί πέρασα ένα μήνα στο Άγιο Όρος. Τα 20α μου γενέθλια τα πέρασα στον Άγιο Παντελεήμονα. Είχα επισκεφτεί όλα τα μοναστήρια. Μετά, πήγα στη Χαλκιδική σε έναν φίλο μου, τον Πέτρο Σταθάτο. Σε αυτόν έμεινα δύο εβδομάδες. Ξαφνικά, ξέσπασε το Κίνημα του Βενιζέλου, με συνέπεια ο φίλος μου να πρέπει να επιστρατευτεί στη Θεσσαλονίκη. Πήγαμε μαζί. Εν τω μεταξύ, ο Σταθάτος είχε πολύ ωραία άλογα και είχα την εντύπωση ότι ήταν μάλλον βασιλόφρων. Εγώ, ήθελα απλά να ακολουθήσω τους στρατιωτικούς. Δεν είχα καμία άποψη για τα πολιτικά πράματα στην Ελλάδα. Όταν λοιπόν φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη, πήγε στον στρατηγό που ήταν φίλος του και του είπε ότι ήθελα να τους ακολουθήσω. O στρατηγός δεν αρνήθηκε. Πήρα από τον Σταθάτο ένα ωραίο άλογο και πήγα με αυτό στο Στρυμόνα. Είχα δώσει στο σημείο αυτό ραντεβού με τον Σταθάτο και συγκεκριμένα στο χωριό Όρλιακο. Ανέβηκα σε ένα δένδρο και από εκεί είδα τη μικρή μάχη που διεξήχθη στην περιοχή. Ύστερα, το κίνημα υποχώρησε και οι Βενιζελικοί φύγανε. Αν δεν κάνω λάθος, ο Βενιζέλος κατευθύνθηκε αρχικά στη Ρόδο. Εντούτοις, εγώ συνέχισα να ακολουθώ το Στρατό, με το άλογο του Σταθάτου πάντα, μέχρι τη Ξάνθη, Καβάλα, έως και το Διδυμότειχο. Είχα μείνει και με Σαρακατσαναίους για ένα διάστημα, στην ελληνική ύπαιθρο. Πέρασα πολύ ωραία τότε. Ύστερα άφησα το άλογο και συνέχισα με τα πόδια. Περπάτησα τη Θεσσαλία και έφτασα στην Αθήνα. Εκεί άρχισα μια νέα ζωή. Ήμουν φιλοξενούμενος σε ένα θαυμάσιο σπίτι στην Πλάκα για δύο εβδομάδες.
Μετά πέρασα δυο με τρεις μήνες στο νερόμυλο του μπάρμπα Σπύρου Λάζαρου. Ύστερα πήγα στη Ρουμανία και έμεινα ένα έτος. Συνολικά, στην Ελλάδα έμεινα μερικούς μήνες και αποχώρησα από την χώρα το Σεπτέμβριο του 1935.
Στη Ρουμανία γνωρίσατε και τους Καντακουζηνούς.
Ορθό. Στη Ρουμανία έμεινα σε ένα αγροτόσπιτο, στη Μολδαβία, που το είχε μια οικογένεια Καντακουζηνών, με καταβολές από το Βυζάντιο. Εκεί γνώρισα και μια θαυμάσια κοπέλα από την οικογένεια αυτή. Εκεί έμεινα περίπου δύο χρόνια και όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος το 1939 βρισκόμουν στη Ρουμανία. Δύο χρόνια έμεινα στη χώρα αυτή, αλλά εν τω μεταξύ είχα κάνει ταξίδια τόσο την Ιταλία όσο και τη Γαλλία.
Γιατί κάνατε τόσα πολλά ταξίδια; Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γι’ αυτή την τάση σας να γυρίζετε τον κόσμο χωρίς να καταλήγετε να ριζώνετε κάπου;
Πιστεύω πως το βασικό κίνητρό μου ήταν η... περιέργεια. Ήθελα να γνωρίσω τον κόσμο. Θυμάμαι έναν πολύ καλό μου φίλο, το συγγραφέα Κωνσταντίνο Ροδοκανάκη. Ήταν ένας λαμπρός άνθρωπος, ο οποίος είχε γράψει ένα ωραίο βιβλίο. Αυτό δεν είχε μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα, είχε όμως τεράστια επιτυχία στην Αγγλία και στην Αμερική. Ο τίτλος του ήταν: "Nο innocent abroad". Είχε εκδοθεί το 1967. Δεν το είχε γράψει εξ' αρχής στα ελληνικά, αλλά στα γαλλικά. Κατόπιν όμως, το μετάφρασα στα ελληνικά, διότι ήξερα γαλλικά. Μετάφρασα και δύο τρία βιβλία του Κωλέττη.
Κηρύσσεται λοιπόν ο πόλεμος το 1939. Τι σκεφτήκατε;
Ότι πρέπει να γυρίσω στην Αγγλία από τη Ρουμανία για να πάω στο Στρατό. Δεν γινόταν να πολεμάνε οι συμπατριώτες μου κι εγώ να απουσιάζω. Έφυγα παρέα με ένα άλλο συνομήλικο φίλο μου και πήγαμε στη Βενετία. Έπειτα από το Παρίσι περάσαμε στο Λονδίνο και κατετάγην στη Βασιλική Φρουρά (Irish Guards). Έμεινα εκεί μερικούς μήνες και στη συνέχεια έγινα υπολοχαγός. Αργότερα με στείλανε στην Υπηρεσία Πληροφοριών (Intelligence Corps). Μη ξεχνάτε ότι ήξερα τα ελληνικά πολύ καλά τότε. Άλλωστε είχε μανία με τα ελληνικά.
Πόσο καιρό εκπαιδευτήκατε στην Υπηρεσία Πληροφοριών;
Εκπαιδεύτηκα για χρονικό διάστημα τεσσάρων μηνών. Καθώς λοιπόν βρισκόμουν στη Β. Αγγλία, ξέσπασε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος. Ως εκ τούτου, με κάλεσαν από την Υπηρεσία και μου είπαν ότι έπρεπε να στείλουν (οι Άγγλοι) μια αποστολή στην Ελλάδα. Έτσι έφυγα στην Αλεξάνδρεια, ύστερα στον Πειραιά και κατέληξα στη «Μεγάλη Βρετανία». Έμεινα σχεδόν ένα μήνα εκεί και αμέσως μετά τα Χριστούγεννα με στείλανε στην Κορυτσά. Ωστόσο τότε είχαν τελειώσει οι μάχες. Παρ' όλα αυτά πήγα εκεί με έναν συμπαθέστατο άνθρωπο, τον Νίκο Μπαλτατζή. Στην Κορυτσά, λοιπόν, συναντήθηκα με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο και γίναμε πολύ καλοί φίλοι. Αυτός είχε ένα περιοδικό που έβγαινε κάθε εβδομάδα και λεγόταν "Οχρίδα". Είχαμε πάει στο Τεπελένι και σε άλλα μέρη της γύρω περιοχής και τέλος μεταβήκαμε στα Γιάννενα.
Τι εντύπωση σας έκανε η αντίσταση της Ελλάδας εναντίον του Άξονα; Πώς κρίνετε τις πολεμικές επιδόσεις των Ελλήνων γενικότερα;
Δεν θα μιλήσω υπερβολικά αν σας πως ότι όλοι οι Έλληνες πολεμιστές ήταν θαυμάσιοι! Η σχεδόν ανεξήγητη αισιοδοξία τους, το θάρρος, η αυτοθυσία. Δεν υπάρχουν κατάλληλες λέξεις για να σας τα περιγράψω όλα αυτά. Για να μην μιλήσω και για το μουσικό μέρος του αγώνα, τα συγκινητικά τραγούδια της Σοφίας Βέμπο, το "κορόιδο Μουσολίνι" και τα άλλα. Στους Έλληνες διέκρινα πολεμικό ζήλο και καθόλου φόβο.
Στη συνέχεια; Όταν όλα έδειχναν ότι η Ελλάδα θα υπέκυπτε στην επίθεση των Γερμανών τι κάνατε;
Μετά έφυγα για να εκτελέσω μια αποστολή συνδέσμου. Κατέβηκα στην Αθήνα με αμάξι. Όταν έγινε ολοφάνερο ότι χάσαμε το παιχνίδι και ότι οι Γερμανοί θα έμπαιναν στην Ελλάδα, ένας στρατηγός, με έστειλε στο Σούνιο. Εκεί είχε ένα καΐκι, που ήταν έτοιμο να φύγει για την Πελοπόννησο, για να μπορέσει να φύγει ο στρατηγός Ουίλσον από την Ελλάδα, σε περίπτωση που δεν υπήρχε άλλο μέσο διαφυγής. Εγώ κατέβηκα με αυτό το καΐκι, το οποίο είχε και κάτι παλαιά πολυβόλα επάνω. Ήταν ένα καΐκι που είχε μετασκευαστεί σε... γιοτ. Ανήκε στον κ. Μελά που βρισκόταν στο Λονδίνο εκείνη την περίοδο και το όνομα του καϊκιού ήταν «Αγία Βαρβάρα». Καπετάνιος ήταν ένας Μιχάλης Μισθός από την Σπάρτη, ένας θαυμάσιος άνθρωπος. Τελικά, ήρθε ένα αεροπλάνο και πήρε το στρατηγό. Ο διοικητής μας, ήταν ο συνταγματάρχης Σμίθ Ντόριαν, υιός του στρατηγού Ντόριαν του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Μαζευτήκαμε μερικά παιδιά, ο ταγματάρχης, εγώ και κάποιοι υπολοχαγοί και πήγαμε στο Λεωνίδιο. Εκεί, ρίξαμε άγκυρα και βγάλαμε όλα τα πράματα. Μέχρι να βγούμε ήρθε ένα γερμανικό αεροπλάνο, στη συνέχεια έφτασε ένα ολόκληρο σμήνος και το βουλιάξανε. Ευτυχώς, δεν υπήρχε κανείς μέσα. Μετά το γεγονός αυτό, αγοράσαμε ένα άλλο καΐκι, διότι είχαμε αρκετά χρήματα σε μια βαλίτσα και αναχωρήσαμε για την Κρήτη. Δυστυχώς, όμως χάλασε η προπέλα με συνέπεια να γυρίσουμε στην Αττική. Από εκεί πήραμε ένα άλλο καΐκι. Όλα αυτά έγιναν μερικές ημέρες πριν τη Μάχη της Κρήτης.
Εκείνη την εποχή η ελληνική ηγεσία θεωρείτε πως στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων;
Εθαύμαζα τον Ιωάννη Μεταξά λόγω του ΟΧΙ που είπε στο Μουσολίνι! Δεν θα μπορούσα να έχω διαφορετική γνώμη άλλωστε.
Μιλήστε μας για τις εμπειρίες σας στην Κρήτη.
Πήγα στα Χανιά και στο Ηράκλειο ως επικεφαλής της ταξιαρχίας μας. Ο Ταξίαρχος ονομαζόταν Τσάπελ και είχε περάσει όλη τη ζωή του στην Ινδία. Από το Ηράκλειο διώξαμε τους Γερμανούς. Εκεί πήγαμε καλά. Μάλιστα, είχαν κατορθώσει να υψώσουν τη σβάστικα, αλλά καταφέραμε και τους διώξαμε. Το κακό ήταν ότι είχαν κοπεί οι συγκοινωνίες μεταξύ Χανιών και Ηρακλείου. Ξαφνικά, μάθαμε την καταστροφή που έγινε στο Μάλεμε. Στη συνέχεια, μας πήρε το Ναυτικό και φύγαμε στην Αλεξάνδρεια. Μας βομβάρδισαν σφοδρά, συνεχώς.
Η αντίσταση των Κρητικών ανταποκρίνεται στην επική εικόνα που της έχει προσδώσει η ιστοριογραφία;
Όχι δεν ανταποκρίνεται. Ήταν καλύτερη απ’ αυτή που έχουμε ακούσει και διαβάσει. Ήταν εξαιρετική! Έζησα πολύ συγκινητικές στιγμές στην Κρήτη. Την τελευταία νύκτα πριν την αναχώρηση για την Αίγυπτο, ήμουν μαζί με τον Ταξίαρχο Τσάπελ για να μεταφράσω κάτι και θυμάμαι ότι ήρθε ένας γέρος Κρητικός και είπε σε μένα ότι ήθελε να μιλήσει με τον Ταξίαρχο. Τον λέγανε Σατανά, Καπετάνιο Σατανά! Δεν θυμάμαι το πραγματικό του όνομα όμως. Τον βρήκε, έβαλε το χέρι του πάνω στον ώμο και του είπε: "Παιδί μου, ξέρω πως θα φύγετε απόψε, αλλά δεν πειράζει. Εμείς θα συνεχίσουμε τη μάχη. Να μας αφήσετε όσα τυφέκια έχετε". Ο Τσάπελ συγκινήθηκε πάρα πολύ. Ήταν τότε δίπλα ένας Σκωτσέζος και είπε: "Πάρτε τα". Τους αφήσαμε όσα όπλα περισσέψανε και μετά αναχωρήσαμε για την Αλεξάνδρεια. Εκεί, μείναμε μερικές μέρες, έπειτα πήγαμε στο Κάιρο και κατόπιν με στείλανε στο Κανάλι του Σουέζ, όπου έμεινα για δύο μήνες. Στη συνέχεια έφυγα για τη Χάιφα όπου έγινα εκπαιδευτής όπλων και συγκεκριμένα S.O.E. (Special Operation Executive), δηλαδή Koμμάντος.
Εκπαιδευόμουν μαζί με Κρητικούς στη Χάιφα. Εγώ ήμουν δήθεν... μαθητής, δεν ήξερα τίποτα. Με τους Κρητικούς γίναμε πολύ φίλοι. Ήρθε ένας στρατηγός και είπε: "Έννοια σας, θα ήμαστε εντάξει και δεν θα το πούμε σε κανένα". Όλοι οι Κρητικοί ξέρανε τα όπλα σαν την τσέπη τους, πολύ καλύτερα από εμένα. Είχαμε και ξένα όπλα, που είχαμε πάρει από Γερμανούς και Ιταλούς. Στη Χάιφα έμεινα μερικές μήνες και μετά με στείλανε στην Κρήτη, για να πάρω μέρος στην αντίσταση. Με στείλανε ως ασυρματιστή και μέναμε σε σπηλιές. Εγώ ήμουνα ενάμισι χρόνο στην Κρήτη, κάπου 15 μήνες. Γύριζα παντού στην Κρήτη. Στην αρχή βρέθηκα στα χανιώτικα, έπειτα στον Ψηλορείτη.
Είχατε περάσει ενάμισι χρόνο στην Κρήτη, οργανώνοντας την αντίσταση. Σε ποιες αντιστασιακές πράξεις προχωρήσατε;
Πρώτον έκανα κατασκοπεία. Δηλαδή, παρατηρούσαμε τις κινήσεις των Γερμανών και άλλες λεπτομέρειες. Είχα επαφή με τους Κρητικούς και φέρναμε αρκετά όπλα. Επιπρόσθετα, κάναμε αρκετά σαμποτάζ και ερευνούσαμε τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί απόβαση. Εγώ και ένα άλλο παιδί προσπαθήσαμε να βουλιάξουμε ένα γερμανικό πλοίο. Μπήκαμε μέσα στο λιμάνι, αλλά δυστυχώς μας εντόπισαν. Είχαμε μαζί μας νάρκες για να τις κολλήσουμε στο πλοίο πάνω. Είχαμε καταστρέψει αρκετά αεροπλάνα στο έδαφος και αρκετά πολεμοφόδια. Δυστυχώς, όμως, κάθε πετυχημένη πράξη μας έφερνε αντίποινα από πλευράς Γερμανών σε κρητικά χωριά. Οι Γερμανοί ήταν σκληροί άνθρωποι. Εάν κάποιος σκότωνε έναν Γερμανό, τότε εκτελούντο πολλοί άμαχοι στα πλαίσια αντιποίνων. Το είχαν παρακάνει οι Γερμανοί. Ειρήσθω εν παρόδω, εγώ φορούσα συνεχώς την παραδοσιακή κρητική φορεσιά. Εγώ τους αγάπησα πάρα πολύ τους Κρητικούς και τους αγαπώ ακόμα. Δεν υπάρχουν καλύτεροι άνθρωποι από τους Κρητικούς. Οι καπεταναίοι ήταν παλικαράδες και πολύ γενναίοι.
Κατά τη διάρκεια της αντίστασης, γνωρίσατε και τον Γιώργο Ψυχουντάκη. Τόσα χρόνια μετά ποια περιστατικά και στιγμές σας έχουν μείνει έντονα χαραγμένα στη μνήμη σας;
Όταν γνώρισα τον Ψυχουντάκη, ήταν 19 ετών τότε, και ζούσε σε ένα ορεινό χωριό, στην Ασή Γωνιά Αποκορώνου κοντά στα Χανιά. Το χωριό του έβγαζε παλικάρια και καλούς ανθρώπους. Ακούγεται απλοϊκός ο χαρακτηρισμός αλλά είναι η αλήθεια. Οικογενειακά, οι Ψυχουντάκηδες ασχολούντο με την κτηνοτροφία. Ο Γιώργος ήταν ένα πολύ σπάνιο παιδί. Έγραψε ποιήματα. Τον διέκρινε εντονότατη αίσθηση του χιούμορ και τρομερή ζωντάνια. Ο Γιώργος είχε μανία με την Κρήτη! Την πρώτη φορά που τον συνάντησα ήμασταν στα βουνά και θυμάμαι ότι μου είπε απέξω ένα μακρύ ποίημα που είχε γράψει για όλον τον πόλεμο, από τη στιγμή που είχε αρχίσει μέχρι τότε. Μάλιστα, χρησιμοποιούσε το 15σύλλαβο του Ερωτόκριτου, γεγονός που με εντυπωσίασε. Ο πατέρας του ήταν τσομπάνης στο χωριό, αγράμματος άνθρωπος. Ωστόσο ήξερε όλον τον Ερωτόκριτο από την αρχή μέχρι το τέλος απέξω, δίχως να κάνει κανένα σφάλμα, σαν αρχαίος Έλληνας! Εδώ διακρίνουμε τη διαφορά της εκπαίδευσης με τη μόρφωση, με περιπτώσεις σαν αυτή του Ψυχουντάκη.
Έχετε μελετήσει τους αρχαίους Έλληνες και βλέπετε και τους σύγχρονους. Εντοπίζετε πολλές διαφορές; Γιατί όπως ξέρετε υπάρχει και η θεωρία του Φαλμεράιερ.
Τη γνωρίζω τη θεωρία του Φαλμεράιερ. Προσωπικά φρονώ πως είναι απολύτως λανθασμένη. Η ελληνική ιστορία είναι ενιαία, συνεχής και αδιάσπαστη. Οι αποδείξεις βρίσκονται ολόγυρά μας. Οι άνθρωποι και οι ιδιομορφίες τους, τα τοπία, η γλώσσα - τα πάντα δείχνουν Ελλάδα.
Ας γυρίσουμε όμως στον Ψυχουντάκη. Είχε σπουδαία δράση σε όλη τη διάρκεια του πολέμου. Αγγελιαφόρος ήταν και διένυε τεράστιες αποστάσεις με τρύπια παπούτσια. Μετά τον πόλεμο έφτιαχνε κάρβουνα, ήταν δηλαδή καρβουνιάρης. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, ήταν ήταν μέσα σε όλα. Έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα συνέχεια. Μας έσωσε πολλές φορές. Μου θυμίζει μια σύγχρονη εκδοχή του Φειδιππίδη! Μετά τον πόλεμο, όταν γύρισα, πήγα στο χωριό του στην Ασή Γωνιά και έπειτα στο Αρκάδι στο μοναστήρι για να δούμε τον ηγούμενο. Αυτός είχε πάρει μέρος στην αντίσταση και ήταν χρυσός και τολμηρός άνθρωπος. Εκεί λοιπόν, ο Γιώργος Ψυχουντάκης μου είπε: «Εγώ προσπάθησα να γράψω την ιστορία της αντίστασης της Κρήτης, ό,τι είδα». Μου έδωσε πέντε τετράδια, με αυτά που είχε γράψει. Ήταν γραμμένα με μολύβι και ήταν πολύ καλά και απλά γραμμένα. Αμέσως, διαπίστωσα ότι επρόκειτο για εξαιρετική δουλειά. Του είπα δώστο μου για να στο τυπώσω στην Αθήνα, όπερ και εγένετο. Το βιβλίο είχε τον τίτλο «Ο Κρητικός Μαντατοφόρος». Επίσης, το μετέφρασα κιόλας στα αγγλικά όπου είχε τον τίτλο «The Cretan Runner». Είχε μεγάλη επιτυχία το έργο του Ψυχουντάκη. Αργότερα παντρεύτηκε μια χαριτωμένη κοπέλα, τη Σοφία, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά. Μετά, ο κουμπάρος του είπε: "Γιατί δεν μεταφράζεις την Οδύσσεια;". Και εκείνος το έκανε. Στη συνέχεια μετέφρασε και την Ιλιάδα. Και τα δύο τα απέδωσε στη κρητική διάλεκτο - ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο που το έφερε εις πέρας.
Μπορείτε να μας διηγηθείτε το ιστορικό της απαγωγής του στρατηγού Κράιπε;
Καταρχήν, είχε καθοριστεί να απαγάγουμε άλλον στρατηγό. Η ιστορία άρχισε με τη συνθηκολόγηση των Ιταλών, το Σεπτέμβριο του 1943. Στην Κρήτη τότε, βρισκόταν η ιταλική μεραρχία "Σιένα", με επικεφαλή τον στρατηγό Κάρτα. Οι Γερμανοί τότε απαίτησαν από τους Ιταλούς να τους παραδώσουν τον οπλισμό τους, προτού φύγουν από το νησί. Ο στρατηγός Κάρτα ήρθε σε επαφή με εμένα, μέσω του υπευθύνου αξιωματικού Πληροφοριών. Εμείς γλιτώσαμε τον στρατηγό Κάρτα και τον φυγαδέψαμε στο Κάιρο, γιατί οι Γερμανοί ήθελαν να τον φυλακίσουν. Η ιστορία άρχισε μετά από ένα σφάλμα του Καπετάν Μανώλη Μπαντουβά, ενός Κρητικού, ο οποίος πίστεψε ότι μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών, επρόκειτο να ακολουθήσει απόβαση των Συμμάχων στο νησί. Ως εκ τούτου, παιδιά από την ομάδα του, σκότωσαν σε ένα χωριό δύο γερμανικές φρουρές καθώς και όσους πήγαν για ενισχύσεις. Οι Γερμανοί για αντίποινα έστειλαν στρατιώτες και εκτέλεσαν 600 αμάχους σε επτά χωριά. Έκαψαν και τα επτά χωριά. Ο Γερμανός στρατηγός Μίλλερ ήταν υπεύθυνος για αυτή τη σφαγή. Εμείς, λοιπόν, θεωρήσαμε ότι κάτι έπρεπε να κάνουμε για αυτή την κατάσταση, έτσι ώστε να αποφύγουμε την αιματοχυσία. Ταυτόχρονα όμως, η κίνησή μας θα έπρεπε να είχε συμβολικό χαρακτήρα. Είπα, στον διοικητή μας του S.O.E. στο Κάιρο, να συλλάβουμε τον διοικητή τους, τον στρατηγό Μίλερ, χωρίς να χυθεί σταγόνα αίμα, δηλαδή να μην έχουν δικαίωμα οι Γερμανοί να προβούν σε αντίποινα. Είχα έναν λοχαγό φίλο μου, του οποίου του είπα να είναι υπεύθυνος της επιχείρησης. Αυτός είχε προαχθεί στο βαθμό του λοχαγού από υπολοχαγός, και εγώ τότε είχα προαχθεί σε ταγματάρχη. Μαζί μας στην επιχείρηση θα λάμβαναν μέρος και δύο καλοί μου φίλοι, οι Κρητικοί Μανώλης Πατεράκης και Γιώργος Τυράκης. Αναχωρήσαμε για να πέσουμε με αλεξίπτωτο σε μια περιοχή της Κρήτης που ονομάζεται Καθαρό. Με το αλεξίπτωτο έκανα άλμα στις 4 Φεβρουαρίου του 1944, πάνω από το Καθαρό. Στη Χάιφα, έμαθα τη χρήση του αλεξιπτώτου.
Ποιες ήταν οι ακριβείς προβλέψεις του σχεδίου για την απαγωγή του γερμανού διοικητή;
Λοιπόν, αναχωρήσαμε με αεροπλάνο από το Πρίντεζι της Ιταλίας για την Κρήτη με σκοπό να πέσουμε στο νησί. Φτάσαμε πάνω από το Καθαρό, με τα φώτα σβησμένα. Το σχέδιο προέβλεπε να κάνω πρώτος άλμα εγώ, έτσι ώστε να βεβαιώσω τους υπόλοιπους ότι η περιοχή είναι εντάξει. Πήδηξα, αλλά κατά τη διάρκεια της πτώσεώς μου είδα σύννεφα στον ουρανό, κακοκαιρία. Αποτέλεσμα του κακού καιρού ήταν οι άλλοι να μην μπορέσουν να κάνουν το άλμα. Το αεροπλάνο αναχώρησε για το Πρίντεζι πάλι. Η υπόλοιπη ομάδα ήρθε μετά από δύο μήνες με πλοίο, στη νότια ακτή της Κρήτης. Μαζευτήκαμε δύο Εγγλέζοι και έντεκα Έλληνες. Όλοι τους ήταν περίφημα παιδιά. Ένα παιδί, το οποίο απεβίωσε τρεις μήνες από τη συνομιλία μας, κατασκόπευε το αυτοκίνητο του Γερμανού στρατηγού. Βέβαια, τα πράγματα είχαν αλλάξει. Τη θέση του Μίλερ είχε πάρει ο στρατηγός Κράιπε. Εγώ, μαζί με ένα άλλο παιδί, επικεφαλή της Υπηρεσίας Πληροφοριών, ονόματι Mίκη (Micky) Ακουμιανάκης, πήγαμε στο σπίτι του τελευταίου στην Κνωσό. Ο Γερμανός στρατηγός έμενε στη βίλα Αριάδνη. Το σπίτι του Ακουμιανάκη βρισκόταν δίπλα στη βίλα Αριάδνη. Καθ' όλη τη διάρκεια της προπαρασκευής, μετακινούμασταν από σπηλιές σε σπηλιές. Παρατηρήσαμε ότι ο στρατηγός γυρνούσε στη βίλα Αριάδνη τη νύκτα, ευτυχώς για εμάς, διότι θα μπορούσαμε να στήσουμε ενέδρα τη νύκτα, δίχως να μας εντοπίσει κανείς. Ήταν ένα παιδί, ο Ηλίας, ο οποίος έδινε αναφορά για τη συνοδεία του στρατηγού. Η ενέδρα μας στήθηκε σε ένα σταυροδρόμι τη νύκτα της 26ης Απριλίου του 1944, τη στιγμή που ο στρατηγός επέστρεφε από το αρχηγείο του στη βίλα Αριάδνη. Ο Ηλίας μας έδωσε σήμα με ένα φακό δύο φορές για να μας ειδοποιήσει ότι το αυτοκίνητο του στρατηγού πλησίαζε στο σταυροδρόμι. Βάσει σχεδίου, εάν ο Ηλίας έστελνε σήμα με το φακό μια φορά, τότε σήμαινε ότι το αυτοκίνητο είχε συνοδεία μπροστά. Εάν μας έκανε σήμα δύο φορές, τότε το αυτοκίνητο δεν είχε συνοδεία. Εμείς ήμασταν στο σημείο, ντυμένοι με γερμανικές στολές. Είδαμε το σήμα από τον Ηλία, δύο φορές. Καθώς, λοιπόν, το αυτοκίνητο πλησίαζε στο σημείο που ήμασταν, το σταματήσαμε. Ζήτησα από τον οδηγό κάτι χαρτιά. Ο οδηγός πήγε να τα πάρει και τότε ανοίξαμε τις πόρτες, χτυπήσαμε τον οδηγό, εγώ άρπαξα τον στρατηγό και τον έβγαλα έξω από το αυτοκίνητο. Έπειτα, τον βάλαμε πίσω και φύγαμε. Μια άλλη ομάδα πήρε τον σοφέρ του στρατηγού. Με αυτήν θα συναντιόμασταν στον Ψηλορείτη. Δυστυχώς, όμως ένα από τα παιδιά της ομάδος αυτής σκότωσε τον σοφέρ. Εγώ δεν ήθελα να χυθεί αίμα και λυπήθηκα πάρα πολύ, αλλά δεν απεφεύχθη το μοιραίο. Φύγαμε λοιπόν και μπήκαμε μέσα στην πόλη του Ηρακλείου. Ήταν Σάββατο βράδυ, ως εκ τούτου η πόλη ήταν γεμάτη από Γερμανούς. Εμείς σιγά σιγά περάσαμε όλο το Ηράκλειο. Δεν μας ήλεγξε κανείς. Όταν φτάσαμε στη δυτική πλευρά του Ηρακλείου, ήρθε ένας Γερμανός να μας ελέγξει και εγώ φώναξα από το παράθυρο στα γερμανικά: «Είναι το αυτοκίνητο του στρατηγού». Καθόμουν στο κάθισμα του συνοδηγού και προσποιούμουν τον Γερμανό στρατηγό. Εν τω μεταξύ, ο στρατηγός ήταν φοβισμένος όλη την ώρα. Βρισκόταν στο πίσω κάθισμα υπό κάλυψη. Όταν απομακρυνθήκαμε αρκετά και αφού περάσαμε 22 γερμανικά μπλόκα, φτάσαμε κάτω από τα Ανώγια. Τότε κατέβηκε από το αυτοκίνητο ο στρατηγός και ο Πατεράκης. Εγώ πήρα το αυτοκίνητο 3 χλμ., πιο μακριά, όπου και το άφησα σε ένα ερημικό μονοπάτι*. Μέσα όμως, άφησα ένα γράμμα με μερικές αγγλικές υπογραφές, το οποίο έγραφε ότι ο στρατηγός είναι αιχμάλωτος πολέμου και πως αιχμαλωτίστηκε δήθεν από στρατιώτες του Ελληνικού Στρατού της Μέσης Ανατολής. Με την πράξη αυτή, οι Γερμανοί δεν θα είχαν λόγο να προβούν σε αντίποινα κατά του άμαχου πληθυσμού. Και όντως, αντίποινα δεν έγιναν. Επίσης, κλέψαμε και τις γερμανικές σημαίες από το αυτοκίνητο. Αφού αφήσαμε το αυτοκίνητο, συναντηθήκαμε πάνω στα Ανώγια όλη η ομάδα. Το αυτοκίνητο το αφήσαμε σε ένα δρόμο που οδηγούσε προς την παραλία, έτσι ώστε οι Γερμανοί να νομίσουν ότι οι απαγωγείς διέφυγαν μαζί με τον στρατηγό με υποβρύχιο. Στην αρχή, πριν εντοπίσουν το αυτοκίνητο, έριξαν φυλλάδια, τα οποία έγραφαν ότι θα σκότωναν αμάχους εάν δεν παραδιδόταν ο στρατηγός, κ.ά. Τέσσερις μήνες μετά από το γεγονός, έγινε η μεγάλη γερμανική οπισθοχώρηση μέσα στα Χανιά. Για να μην επαναληφθούν επιπρόσθετα σαμποτάζ και ενέδρες από πλευράς των ανταρτών, οι Γερμανοί προέβησαν σε πολλές σφαγές αμάχων, για παραδειγματισμό. Εκ των υστέρων, προφασίστηκαν ως λόγο για τις σφαγές αμάχων και την απαγωγή του Κράιπε - κάτι που δεν ισχύει, αφού τα αντίποινα τα εφάρμοζαν αμέσως κι όχι με διαφορά... φάσης τεσσάρων μηνών.
Επί τρεις εβδομάδες, που κρυβόσασταν μαζί με τον στρατηγό; Επίσης, άκουσα κάποια στιγμή από τις αφηγήσεις για την απαγωγή, ότι σε κάποιο σημείο απαγγείλατε εσείς κι ο Κράιπε αποσπάσματα από Οράτιο. Είναι αληθές το γεγονός;
Κρυβόμασταν σε σπηλιές έξω από το χωριό. Μάλιστα, μιλούσαμε μαζί πάρα πολύ. Αναπτύξαμε πολύ καλές σχέσεις. Ένα πρωί κοίταξε την κορυφή του Ψηλορείτη, η θέα ήταν εκστατική και τότε απήγγειλε στα λατινικά τις πρώτες γραμμές μιας ωδής του Οράτιου. Ήταν από τα λίγα λατινικά που ήξερα απ' έξω. Συγκεκριμένα είπε: "Vides ut alta stet nive candidum / Soracte". Τότε συνέχισα κι εγώ στα λατινικά. Ο στρατηγός αίφνης με κοίταξε και μετά επικράτησε σιωπή. Εκείνη την ώρα ένιωσα σαν να είχε τελειώσει ο πόλεμος. Δεν ξέρω πως, αλλά σαν να αντιληφθήκαμε ότι προερχόμασταν από τον ίδιο πολιτισμό. Ήταν μια ωραία και συνάμα παράξενη στιγμή. Εν τω μεταξύ, ο Ψυχουντάκης έτρεχε συνεχώς δεξιά και αριστερά για να μεταβιβάσει μηνύματα, διότι το σχέδιο άλλαξε. Τελικά, στις 14 Μαΐου του 1944, μεταβήκαμε στην ερημική παραλία Ροδάκινο, όπου ένα βρετανικό υποβρύχιο παρέλαβε τον Γερμανό στρατηγό και τον μετέφεραν στην Αίγυπτο.
Πότε φύγατε από την Κρήτη τελικά;
Μετά από το γεγονός αυτό αρρώστησα πολύ με συνέπεια να μεταφερθώ στο νοσοκομείο. Κατόπιν, μετέβη στο Λίβανο και ύστερα πάλι στην Κρήτη και αργότερα στην Αγγλία. Εκεί, ξαφνικά με πήρανε και μου είπαν να λάβω μέρος σε μια αερομεταφερόμενη επιχείρηση. Σκοπός μας ήταν να πέσουμε με αλεξίπτωτο και να απελευθερώσουμε αιχμαλώτους πολέμου, από το φρικτό στρατόπεδο συγκεντρώσεως, Κόλντιτς. Επρόκειτο για ένα φρούριο - κάστρο στη Σαξονία. Εν τέλει όμως, το άλμα δεν πραγματοποιήθηκε γιατί οι ομάδες του στρατηγού Πάττον προχωρήσανε πολύ γρήγορα. Για μένα τότε τελείωσε ο πόλεμος.
Από το Στρατό πότε φύγατε;
Μετά από το παραπάνω περιστατικό. Δεν έμεινα για να συνεχίσω στρατιωτική καριέρα. Στη συνέχεια πήγα στο Βρετανικό Συμβούλιο στην Αθήνα. Ήθελα να μείνω στην Ελλάδα. Αυτή η χώρα ήταν η μανία και συνάμα το πεπρωμένο μου.
Θεωρείτε ότι μετά το Β'ΠΠ η Ελλάδα πήρε αυτά που δικαιούταν μετά από τόσο αίμα που έχυσε;
Όχι βέβαια. Εγώ ήθελα να δωθεί η Κύπρος στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο. Θεωρώ άδικο ό,τι έχει γίνει μ’ αυτό το κομμάτι του Ελληνισμού. Είναι άδικο να κατέχει η Τουρκία το μισό νησί. Ακόμα και Έλληνες φίλοι μου δεν μιλάνε για το Κυπριακό. Κανείς πια δεν μιλάει γι’ αυτό και απορώ. Λες και έχει εξαφανιστεί το πρόβλημα. Όπως επίσης και με την περίπτωση της FYROM, ιστορικά δεν στέκουν οι απαιτήσεις της. Έχω γράψει για αυτό το ζήτημα. Ιστορικά, υπάρχει πραγματικό όνομα για τη σημερινή FYROM, είναι το Παιονία, το οποίο το αναφέρει κι ο Ηρόδοτος. Οι απαιτήσεις της FYROM είναι ιστορικά αβάσιμες.
Για εσάς, τι αντιπροσωπεύει η Ελλάδα;
Τα πάντα! Ιστορία, αγάπη, φιλία, ευδαιμονία, παράδοση, πολλά πράματα... Η ζωή μου ολόκληρη περιστράφηκε κι αφοσιώθηκε στην Ελλάδα.
*Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια από την υπόθεση της απαγωγής του στρατηγού Κράιπε, ο Σερ Φέρμορ την άφησε τελευταία. Στην αφήγησή του, προηγουμένως, μας είπε πως μετά την απαγωγή, οδήγησε το αυτοκίνητο του στρατηγού για 3 χιλιόμετρα μέχρι το ερημικό μονοπάτι στο οποίο το παράτησε. Κλείνοντας τη συζήτησή μας, ο Σερ Φέρμορ συμπλήρωσε: «Ξέρετε και κάτι αστείο; Τότε που χρειάστηκε να οδηγήσω το αυτοκίνητο για τούτη τη μικρή απόσταση, δεν γνώριζα να οδηγώ! Έμαθα επί τόπου...».
3 σχόλια:
τι ωραίο! και τι υπέροχος άνθρωπος! μπράβο για την επιλογή, να μαθαίνουμε και να μην ξεχνάμε και πόσο σπουδαία χώρα είχαμε...
@ 12.00
Δείξε μου τον ΣΚΑΙ σου να σου πω ποιος... προσπαθούν να σου πουν πως "είσαι". (νέα παροιμία).
@ 12.00
Δείξε μου τον ΣΚΑΙ σου να σου πω ποιος... προσπαθούν να σου πουν πως "είσαι". (νέα παροιμία).
Δημοσίευση σχολίου