Χίλτον: Ανάμεσα στο σήμερα και το χθες ενός θρύλου
Ο σχεδιασμός, αν και αμφιλεγόμενος με την πρώτη ματιά, σύντομα αποτέλεσε ένα αγαπημένο κόσμημα αρχιτεκτονικής της πρωτεύουσας.
Του Στάμου Φαφαλιού*
Φωτογραφία της δεκαετίας του ’70.
Κατά κανόνα, πιστεύω ότι είναι καλύτερο να μην επιστρέφεις εκεί όπου είχες κάποτε ζήσει. Επομένως, η συνάντηση που κανόνισα στο Xίλτον την περασμένη εβδομάδα, έγινε με κάποια επιφύλαξη.
Προσπαθώ να αποφεύγω το ανακαινισμένο από το 2004 ξενοδοχείο για τον απλό λόγο ότι η οικογένειά μου ήταν τακτικοί επισκέπτες του από τότε που άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του. Στην πραγματικότητα, ήμασταν μεταξύ των πρώτων που έμειναν και ίσως οι τελευταίοι που έφυγαν πριν κλείσει οριστικά για την ανακαίνιση. Ηταν το σπίτι μας όταν φεύγαμε από το σπίτι, το σπίτι μας στην Αθήνα, και μας έκαναν να το αισθανόμαστε αυτό από τη στιγμή που φτάναμε μέχρι που έπρεπε να φύγουμε, πάντα με βαριά καρδιά.
Θυμάμαι μια μεγάλη, ευτυχισμένη οικογένεια. Το καλωσόρισμα των ανθρώπων στην υποδοχή και των αχθοφόρων, για τους οποίους μια βαλίτσα ποτέ δεν ήταν πολύ βαριά, το χαμόγελο των γκρουμ, που μετέφεραν τις πινακίδες ανακοινώσεων με τα χάλκινα κουδουνάκια, το φιλικό προσωπικό στη reception, που θυμόταν πάντα τα ονόματά μας, και το υπόλοιπο εξαιρετικό προσωπικό που πάντα φρόντιζε να ικανοποιήσει κάθε ιδιοτροπία μας.
Το λόμπι είχε μια δική του ζωή. Ηταν μια κυψέλη σε πλήρη δραστηριότητα, γύρω από το πιο υπέροχο βάζο με λουλούδια. Ηταν πάντα γεμάτο από ανθρώπους, από επισκέπτες που μόλις είχαν φτάσει, από κομψές κυρίες που επισκέπτονταν το κομμωτήριο, από φίλους που συναντιούνταν για ένα ποτό στο μπαρ ή για ένα καφέ στο «Βυζαντινό», που εκείνη την εποχή ήταν το καλύτερο μέρος για να φας και να συναναστραφείς με κόσμο, για τα πάρτι και τις δεξιώσεις, ή για το γνωστό μπάρμπεκιου, ακόμα, του Σαββάτου γύρω από την καλαίσθητη πισίνα, ενώ άλλοι έρχονταν για να δειπνήσουν και να χορέψουν στο Galaxy, που τότε ήταν ένα από τα πιο κομψά νυχτερινά κέντρα στην Αθήνα.
Ο σχεδιασμός του ξενοδοχείου, αν και αμφιλεγόμενος με την πρώτη ματιά, πολύ σύντομα αποτέλεσε ένα αγαπημένο κόσμημα αρχιτεκτονικής της Αθήνας: η κομψότητά του, η ποιότητα της κατασκευής του και η προσοχή στη λεπτομέρεια έθεσαν νέα πρότυπα για την Ελλάδα. Η επίπλωση ήταν μοντέρνα, αλλά και τόσο ελληνική, κομψή και πάρα πολύ άνετη. Στην πραγματικότητα, ο ίδιος ο Conrad Hilton δήλωσε ότι ήταν το πιο όμορφο Hilton στον κόσμο! Ολα αυτά, είμαι λυπημένος να πω, πως έχουν σχεδόν εξαφανιστεί.
Τον σημερινό επισκέπτη υποδέχεται ένας τεράστιος, άδειος και κρύος χώρος, που δεν θυμίζει σε τίποτα την παλιά αίγλη του ξενοδοχείου. Το λιτό, αν και κομψό, σιντριβάνι στην είσοδο έχει αντικατασταθεί από μία άχαρη κατασκευή για νερό, η οποία λέγεται πως κόστισε μια περιουσία. Δούλεψε για λίγο στην αρχή και από τότε έχει παραμείνει εκτός λειτουργίας. Δεν υπάρχει τίποτα πιο καταθλιπτικό από ένα στεγνό σιντριβάνι οπουδήποτε, πόσω μάλλον μπροστά από ένα πολυτελές ξενοδοχείο, που οφείλει να προσέχει περισσότερο την εντύπωση που δίνει στους καλεσμένους του. Η άλλοτε ευχάριστη, κομψή και φιλόξενη είσοδος έχει μειωθεί σε μέγεθος και πλέον στεγάζει μία χωρίς λόγο υπερμεγέθη κολόνα που εισάγει το «θέμα» του νέου lobby, μια συσκευή που συχνά χρησιμοποιείται για να αναβαθμίσει «μέτριους» χώρους. Στην περίπτωση του ξενοδοχείου, λοιπόν, ήταν εντελώς περιττή, καθώς οι κίονες ήταν σε τέλεια αναλογία με το αρχικό σχέδιο του κτιρίου, με αποτέλεσμα η μεγαλοπρέπεια που υπήρχε κάποτε, τώρα απλά να φαίνεται ψεύτικη.
Τα έπιπλα στο lobby είναι κατώτερου σχεδιασμού, φτηνά στην ποιότητα και πολύ άβολα. Οι καναπέδες φαίνονται σαν να έχουν σκόπιμα επιλεγεί για να αποθαρρύνουν τη χρήση τους. Το όμορφο «Βυζαντινό» έχει σχεδόν εξαφανιστεί εκτός από το όνομά του και τη θολωτή οροφή. Εχει πλέον απογυμνωθεί από τα ψηφιδωτά του, όπως επίσης και από εκείνα του ανελκυστήρα.
Ο νέος διάδρομος που ενώνει το lobby με την πισίνα είναι μια άχαρη σχεδιαστικά κατασκευή από γυαλί και ατσάλι, του οποίου η λεπτομέρεια, η κατώτερης ποιότητας εκτέλεση και οι διαστάσεις του είναι δυσανάλογες με τα παρακείμενα κτίρια. Η πισίνα έχει χάσει το άλλοτε κομψό της σχήμα, με την ενσωματωμένη παιδική πισίνα, η οποία τώρα μεταφέρθηκε σε μια μακρινή γωνία. Χάθηκαν οι κομψές ξαπλώστρες, με τις ομπρέλες, όπως επίσης εξαφανίστηκε και το άνετο bar δίπλα από την πισίνα. Ολα αυτά αντικαταστάθηκαν από φθηνά έπιπλα και άσχημες ομπρέλες και το café εξορίστηκε σε μία σκοτεινή και μελαγχολική περιοχή, κάτω από το προεξέχον γκαζόν.
Δεν είμαι ενάντια στις ανακαινίσεις παλιών κτιρίων, το αντίθετο θα έλεγα. Αγαπώ τα παλιά κτίρια και την πατίνα που αποκτούν με τα χρόνια. Είμαι υπέρ του να τα συγχρονίζεις με τα πρότυπα και τις απαιτήσεις του σήμερα. Αλλά υπάρχουν πάντα τρόποι και τρόποι για να γίνεται αυτό και στην περίπτωση του Χίλτον είναι σχεδόν σαν οι αρχιτέκτονες και οι σχεδιαστές να έθεσαν στόχο να «καταστρέψουν» επίτηδες το αναγνωρισμένο αριστούργημα των συναδέλφων τους.
Το Χίλτον της Αθήνας ήταν μία τέλεια διατηρημένη χρονοκάψουλα του ελληνικού design της δεκαετίας του ’60, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου ήταν ακόμη ανέπαφο όταν ξεκίνησε η ανακαίνιση. Το μοναδικό πράγμα που έχει απομείνει για να θυμίζει την παλιά του αίγλη είναι ένα πρωτότυπο γραφείο και μία καρέκλα τοποθετημένα σε απομόνωση στην άκρη του lobby στην είσοδο. Σε απομόνωση λόγω του αμιγώς καλαίσθητου σχεδιασμού και της ποιότητας κατασκευής τους σε ένα τεράστιο και άδειο χώρο. Δεν μπορώ να φανταστώ τι θα είχε να πει ο Conrad Hilton γι’ αυτή την ανακαίνιση, «του πιο όμορφου Hilton του κόσμου».
* Ο Στάμος Φαφαλιός είναι αρχιτέκτων.
Του Στάμου Φαφαλιού*
Φωτογραφία της δεκαετίας του ’70.
Κατά κανόνα, πιστεύω ότι είναι καλύτερο να μην επιστρέφεις εκεί όπου είχες κάποτε ζήσει. Επομένως, η συνάντηση που κανόνισα στο Xίλτον την περασμένη εβδομάδα, έγινε με κάποια επιφύλαξη.
Προσπαθώ να αποφεύγω το ανακαινισμένο από το 2004 ξενοδοχείο για τον απλό λόγο ότι η οικογένειά μου ήταν τακτικοί επισκέπτες του από τότε που άνοιξε για πρώτη φορά τις πόρτες του. Στην πραγματικότητα, ήμασταν μεταξύ των πρώτων που έμειναν και ίσως οι τελευταίοι που έφυγαν πριν κλείσει οριστικά για την ανακαίνιση. Ηταν το σπίτι μας όταν φεύγαμε από το σπίτι, το σπίτι μας στην Αθήνα, και μας έκαναν να το αισθανόμαστε αυτό από τη στιγμή που φτάναμε μέχρι που έπρεπε να φύγουμε, πάντα με βαριά καρδιά.
Θυμάμαι μια μεγάλη, ευτυχισμένη οικογένεια. Το καλωσόρισμα των ανθρώπων στην υποδοχή και των αχθοφόρων, για τους οποίους μια βαλίτσα ποτέ δεν ήταν πολύ βαριά, το χαμόγελο των γκρουμ, που μετέφεραν τις πινακίδες ανακοινώσεων με τα χάλκινα κουδουνάκια, το φιλικό προσωπικό στη reception, που θυμόταν πάντα τα ονόματά μας, και το υπόλοιπο εξαιρετικό προσωπικό που πάντα φρόντιζε να ικανοποιήσει κάθε ιδιοτροπία μας.
Το λόμπι είχε μια δική του ζωή. Ηταν μια κυψέλη σε πλήρη δραστηριότητα, γύρω από το πιο υπέροχο βάζο με λουλούδια. Ηταν πάντα γεμάτο από ανθρώπους, από επισκέπτες που μόλις είχαν φτάσει, από κομψές κυρίες που επισκέπτονταν το κομμωτήριο, από φίλους που συναντιούνταν για ένα ποτό στο μπαρ ή για ένα καφέ στο «Βυζαντινό», που εκείνη την εποχή ήταν το καλύτερο μέρος για να φας και να συναναστραφείς με κόσμο, για τα πάρτι και τις δεξιώσεις, ή για το γνωστό μπάρμπεκιου, ακόμα, του Σαββάτου γύρω από την καλαίσθητη πισίνα, ενώ άλλοι έρχονταν για να δειπνήσουν και να χορέψουν στο Galaxy, που τότε ήταν ένα από τα πιο κομψά νυχτερινά κέντρα στην Αθήνα.
Ο σχεδιασμός του ξενοδοχείου, αν και αμφιλεγόμενος με την πρώτη ματιά, πολύ σύντομα αποτέλεσε ένα αγαπημένο κόσμημα αρχιτεκτονικής της Αθήνας: η κομψότητά του, η ποιότητα της κατασκευής του και η προσοχή στη λεπτομέρεια έθεσαν νέα πρότυπα για την Ελλάδα. Η επίπλωση ήταν μοντέρνα, αλλά και τόσο ελληνική, κομψή και πάρα πολύ άνετη. Στην πραγματικότητα, ο ίδιος ο Conrad Hilton δήλωσε ότι ήταν το πιο όμορφο Hilton στον κόσμο! Ολα αυτά, είμαι λυπημένος να πω, πως έχουν σχεδόν εξαφανιστεί.
Τον σημερινό επισκέπτη υποδέχεται ένας τεράστιος, άδειος και κρύος χώρος, που δεν θυμίζει σε τίποτα την παλιά αίγλη του ξενοδοχείου. Το λιτό, αν και κομψό, σιντριβάνι στην είσοδο έχει αντικατασταθεί από μία άχαρη κατασκευή για νερό, η οποία λέγεται πως κόστισε μια περιουσία. Δούλεψε για λίγο στην αρχή και από τότε έχει παραμείνει εκτός λειτουργίας. Δεν υπάρχει τίποτα πιο καταθλιπτικό από ένα στεγνό σιντριβάνι οπουδήποτε, πόσω μάλλον μπροστά από ένα πολυτελές ξενοδοχείο, που οφείλει να προσέχει περισσότερο την εντύπωση που δίνει στους καλεσμένους του. Η άλλοτε ευχάριστη, κομψή και φιλόξενη είσοδος έχει μειωθεί σε μέγεθος και πλέον στεγάζει μία χωρίς λόγο υπερμεγέθη κολόνα που εισάγει το «θέμα» του νέου lobby, μια συσκευή που συχνά χρησιμοποιείται για να αναβαθμίσει «μέτριους» χώρους. Στην περίπτωση του ξενοδοχείου, λοιπόν, ήταν εντελώς περιττή, καθώς οι κίονες ήταν σε τέλεια αναλογία με το αρχικό σχέδιο του κτιρίου, με αποτέλεσμα η μεγαλοπρέπεια που υπήρχε κάποτε, τώρα απλά να φαίνεται ψεύτικη.
Τα έπιπλα στο lobby είναι κατώτερου σχεδιασμού, φτηνά στην ποιότητα και πολύ άβολα. Οι καναπέδες φαίνονται σαν να έχουν σκόπιμα επιλεγεί για να αποθαρρύνουν τη χρήση τους. Το όμορφο «Βυζαντινό» έχει σχεδόν εξαφανιστεί εκτός από το όνομά του και τη θολωτή οροφή. Εχει πλέον απογυμνωθεί από τα ψηφιδωτά του, όπως επίσης και από εκείνα του ανελκυστήρα.
Ο νέος διάδρομος που ενώνει το lobby με την πισίνα είναι μια άχαρη σχεδιαστικά κατασκευή από γυαλί και ατσάλι, του οποίου η λεπτομέρεια, η κατώτερης ποιότητας εκτέλεση και οι διαστάσεις του είναι δυσανάλογες με τα παρακείμενα κτίρια. Η πισίνα έχει χάσει το άλλοτε κομψό της σχήμα, με την ενσωματωμένη παιδική πισίνα, η οποία τώρα μεταφέρθηκε σε μια μακρινή γωνία. Χάθηκαν οι κομψές ξαπλώστρες, με τις ομπρέλες, όπως επίσης εξαφανίστηκε και το άνετο bar δίπλα από την πισίνα. Ολα αυτά αντικαταστάθηκαν από φθηνά έπιπλα και άσχημες ομπρέλες και το café εξορίστηκε σε μία σκοτεινή και μελαγχολική περιοχή, κάτω από το προεξέχον γκαζόν.
Δεν είμαι ενάντια στις ανακαινίσεις παλιών κτιρίων, το αντίθετο θα έλεγα. Αγαπώ τα παλιά κτίρια και την πατίνα που αποκτούν με τα χρόνια. Είμαι υπέρ του να τα συγχρονίζεις με τα πρότυπα και τις απαιτήσεις του σήμερα. Αλλά υπάρχουν πάντα τρόποι και τρόποι για να γίνεται αυτό και στην περίπτωση του Χίλτον είναι σχεδόν σαν οι αρχιτέκτονες και οι σχεδιαστές να έθεσαν στόχο να «καταστρέψουν» επίτηδες το αναγνωρισμένο αριστούργημα των συναδέλφων τους.
Το Χίλτον της Αθήνας ήταν μία τέλεια διατηρημένη χρονοκάψουλα του ελληνικού design της δεκαετίας του ’60, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου ήταν ακόμη ανέπαφο όταν ξεκίνησε η ανακαίνιση. Το μοναδικό πράγμα που έχει απομείνει για να θυμίζει την παλιά του αίγλη είναι ένα πρωτότυπο γραφείο και μία καρέκλα τοποθετημένα σε απομόνωση στην άκρη του lobby στην είσοδο. Σε απομόνωση λόγω του αμιγώς καλαίσθητου σχεδιασμού και της ποιότητας κατασκευής τους σε ένα τεράστιο και άδειο χώρο. Δεν μπορώ να φανταστώ τι θα είχε να πει ο Conrad Hilton γι’ αυτή την ανακαίνιση, «του πιο όμορφου Hilton του κόσμου».
* Ο Στάμος Φαφαλιός είναι αρχιτέκτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου