Σιωπηλοί, θλιμμένοι, μὲ σεμνοὺς τρόπους
Πρέβεζα
Θάνατος εἶναι οἱ κάργες ποὺ χτυπιοῦνται
στοὺς μαύρους τοίχους καὶ τὰ κεραμύδια,
θάνατος οἱ γυναῖκες, ποὺ ἀγαπιοῦνται
καθὼς νὰ καθαρίζουνε κρεμμύδια.
Θάνατος οἱ λεροί, ἀσήμαντοι δρόμοι
μὲ τὰ λαμπρά, μεγάλα ὀνόματά τους,
ὁ ἐλαιῶνας, γύρω ἡ θάλασσα, κι ἀκόμη
ὁ ἥλιος, θάνατος μὲς στοὺς θανάτους.
Θάνατος ὁ ἀστυνόμος ποὺ διπλώνει
γιὰ νὰ ζυγίσῃ μία «ἐλλειπὴ» μερίδα,
θάνατος τὰ ζουμπούλια στὸ μπαλκόνι,
κι ὁ δάσκαλος μὲ τὴν ἐφημερίδα.
Βάσις, Φρουρά, Ἐξηκονταρχία Πρεβέζης.
Τὴν Κυριακὴ θ᾿ ἀκούσουμε τὴν μπάντα.
Ἐπῆρα ἕνα βιβλιάριο Τραπέζης
πρώτη κατάθεσις δραχμαὶ τριάντα.
Περπατώντας ἀργὰ στὴν προκυμαία,
«Ὑπάρχω;» λές, κ᾿ ὕστερα «δὲν ὑπάρχεις!»
Φτάνει τὸ πλοῖο. Ὑψωμένη σημαία.
Ἴσως ἔρχεται ὁ Κύριος Νομάρχης.
Ἂν τουλάχιστον, μέσα στοὺς ἀνθρώπους
αὐτούς, ἕνας ἐπέθαινε ἀπὸ ἀηδία...
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, μὲ σεμνοὺς τρόπους,
θὰ διασκεδάζαμε ὅλοι στὴν κηδεία.
Κ.Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου