Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Τέρψη Καλογρηά: ένα σύντομο γράμμα για έναν μεγάλο αποχαιρετισμό#2



Γράφει ο Δημήτρης Λάμπρου
Δημοσιογράφος/
Εκδότης Περιοδικού ΒΟΙΩΤΙΑ









Τελούμε μυστικά κι ακατανόητα το μυστήριο της ζωής, ιεροφάντες του όλοι εμείς, που μετέχουμε σ’ ενός ξαφνικού θανάτου τη βαθιά θλίψη. Κι είναι μεγάλη η θλίψη του χωρισμού όταν αποχαιρετάς οριστικά την Τερψιθέα Καλογρηά-Κουρή, την Τέρψη, μια νέα γυναίκα, μια αγωνίστρια της ζωής, μια άψογη μητέρα, μια σπουδαία φίλη, μια πραγματικά εξαιρετική παρουσία στην κοινωνία της Αθήνας και της γενέτειράς της Λιβαδειάς.

Μια γνήσια κυρία που είχε κατακτήσει όσους τη γνώρισαν με τον τρόπο των χαρισματικών ανθρώπων. Γιατί ο χαρισματικός άνθρωπος κρύβει πάντοτε μια εσωτερική δύναμη που κερδίζει τον σεβασμό και την καλή μαρτυρία χωρίς επίδειξη, χωρίς προσπάθεια αλλά με τα ευδιάκριτα προσόντα και τις υψηλές αρετές του.

Από τα προτερήματα η Τέρψη ευτύχησε να διαθέτει τα πιο σπουδαία. Ξεχώριζε για την ακεραιότητα και την εντιμότητά της. Για την αξιοπιστία και τη δύναμή του χαρακτήρα της. Για την επιμονή και για εργατικότητά της. Ηταν ευπροσήγορη με τον τρόπο του στενού φίλου και με τη ζεστασιά του συγγενή. Ηταν έξυπνη τόσο που ποτέ δεν σταμάτησε να μαθαίνει και να δημιουργεί.

Ηταν απλή κι ευγενική όσο χρειαζόταν και καρτερική όσο χρειάστηκε για να σταθεί στην αγαπημένη της οικογένεια. Ηταν έμπρακτα ευαίσθητη, ήταν ενάρετη και διέθετε το αλάνθαστο κριτήριο της υψηλής ποιότητας στην ταξινόμηση των ανθρώπων και των καταστάσεων. Ηταν η ψυχή της παρέας, ήταν ο άνθρωπος που μπορούσες να εμπιστευτείς, ήταν εκείνη που μπορούσες να στηριχτείς.

Είχε αυτά τα προτερήματα κι άλλα πολλά. Και το κυριότερο; Η αγαπημένη Τέρψη συνολικά ωφέλησε τον κόσμο, τον άνθρωπο -και δεν έβλαψε- στο σύντομο πέρασμά της από το όνειρο που ονομάζουμε ζωή. Είναι σπουδαίο αυτό, λίγοι το κατορθώνουν και ακόμα λιγότεροι το θέτουν, όπως αυτή, ως απαρέγκλιτο στόχο ζωής: να προσφέρουν, να βοηθήσουν, ν’ αγαπήσουν, να συμπαρασταθούν αλλά και να αντισταθούν, να μην λυγίσουν, να φέρουν τη ζήση στα μέτρα τους κι όχι να αφεθούν στο ρεύμα.

Η απώλειά της αβάσταχτη για την οικογένειά της, τους γονείς της, τον αδελφό της, τους φίλους της, τους συναδέλφους της. Για τα παιδιά της Αλεξάνδρα και Νίκο, και τον άντρα της Γιώργο Κουρή που θα συνεχίσουν τον ανηφορικό δρόμο σαν να είναι μαζί τους κι εκείνη, περήφανοι όλοι τους για τη θαυμάσια μητέρα και την εξαιρετική σύζυγο που αξιώθηκαν. Για τους γονείς της Αλεξάνδρα και Τάκη και τον αδελφό της Θανάση που τους υπεραγαπούσε και της ανταπέδιδαν αυτή τη γνήσια ελληνική οικογενειακή αγάπη, αυτή την ανέκκλητη ένωση της εστίας που σφυρηλατεί δεσμούς ακατάλυτους. Τέτοιους που ούτε ο θάνατος δεν μπορεί να σπάσει.

Κι είναι -πιστέψτε με- δύσκολο να γράφεις για τον αδόκητο χαμό μιας από τις πιο αγαπημένες φίλες των φοιτητικών σου χρόνων. Το πλήγμα είναι τεράστιο. Το ίδιο και το κενό που αφήνει. Φεύγει παίρνοντας μαζί της τις όμορφες αναμνήσεις της πιο ακριβής και της πιο ατίθασης νιότης.

Με μια γνήσια βαθιά συγκίνηση κι ένα πικρό θερμό δάκρυ ας μου επιτραπεί να σημειώσω δυο κάπως πιο προσωπικά πράγματα αυτή τη θλιβερή ώρα του στερνού αποχαιρετισμού της αγαπημένης μου Τέρψης.

Για την παρέα, για τους φίλους της –κι ίσως κάπως ιδιαίτερα για εμένα αφού μας συνέδεε αδελφική φιλία- η Τέρψη ήταν πάντοτε μια ανοιχτή αγκαλιά, μια σίγουρη άγκυρα, μια γεμάτη κατανόηση φωνή, μια ψυχή που παλλόταν στους ρυθμούς της ανθρωπιάς και της αλληλεγγύης. Νοιαζόταν, ενδιαφερόταν, ήταν δοτική μ’ έναν τρόπο λιτό, ζεστό, ανθρώπινο, ολοκληρωτικό. Κοντά της πήρα το πιο χρήσιμο μάθημα, που από τότε διακρατώ σαν πολύτιμο απόκτημα από εκείνους τους ταραγμένους, νοσταλγικούς καιρούς: έμαθα πώς να στέκομαι δίπλα στον άλλο κι όχι απέναντί του. Πώς να μπαίνω στη θέση του κι όχι να προσπαθώ να τον σύρω στη δική μου. Πώς να κερδίζω από τη συνεργασία κι όχι από τη σύγκρουση.

Εκεί. Τότε, στα τέλη του ‘80. Με την ηθική υπεροχή μιας άτρωτης εφηβείας που δεν ήθελε να ωριμάσει και με την πλήρη επίγνωση μιας υπερούσιας επικοινωνίας που υπερέβαινε τα κοινά μέτρα. Αγνοί και ωραίοι σαν Ελληνες, θηρευτές πάνοπλοι μιας ανέμελα χαμένης άνοιξης, ευγενείς και συγκαταβατικοί σαν εστέτ, ξεχωριστοί και μοναδικοί σαν παράταιροι μύστες ενός κόσμου που έδυε, λίγο πριν η παρακμή εγκατασταθεί οριστικά στις ψυχές των ανθρώπων.

Όπως λέει και το σπαραχτικό λαϊκό τραγούδι «Τι να σου πρωτοθυμηθώ
τι να πρωτοξεχάσω»: Ατελείωτες ώρες μαζί, συναρπαστικές στιγμές, αξέχαστες σκηνές, σημαδιακές συγκινήσεις. Προβληματισμοί, οράματα, συζητήσεις, γλέντια, εκδρομές, διακοπές. Βραδιές και απομεσήμερα, ξημερώματα και δειλινά. Μια ζωή ολόκληρη –μια ζωή με περιεχόμενο και ουσία, με αρχή και μέση αλλά χωρίς τέλος.

Ιστορίες πολλές και σπουδαίες, κοινές εμπειρίες και βιώματα που ξεχώριζαν για την ποιότητα, το ήθος, την ανιδιοτέλεια, τη μοναδικότητα και που αποτυπώθηκαν στις νεανικές ψυχές μας για πάντα -σαν χρησμός και σαν όρκος απαραβίαστος στη φθορά του χρόνου. Σπουδαίες ιστορίες που την είχαν πρωταγωνίστρια, γεννημένη πρωταγωνίστρια εκείνη. Η Τέρψη ήταν ένα αστέρι, είχε τη αυτόφωτη λάμψη ενός λαμπρού αστεριού. Κι αν έσβησε πρόωρα και άδικα αυτό δεν σημαίνει ότι εμείς που την γνωρίσαμε από κοντά δεν νιώθουμε τυχεροί κι ευλογημένοι.

Μπροστά στον άδικο θάνατο ακόμα κι ο πιο εμπνευσμένος φιλόσοφος σκύβει αμήχανος το κεφάλι. Ακόμα κι ο πιο φωτισμένος κληρικός χάνει τα λόγια του γνωρίζοντας ότι για όσους μένουν πίσω δεν υπάρχει παρηγοριά. Υπάρχει όμως η γλυκιά θύμηση κι αυτή δεν μπορεί κανείς να την πάρει. Η μνήμη δεν μπορεί να σβήσει, είναι το χαμόγελο της αθανασίας η θύμηση. Κι εμείς θα θυμόμαστε την Τέρψη με την τρυφερότητα που αξίζει σε εκείνους τους λίγους, τους ξεχωριστούς, που δέθηκες μαζί τους χωρίς αντιπαροχή, χωρίς υπολογισμό. Μόνο με αγάπη. Ατόφια, ανοξείδωτη, αξέχαστη, αληθινή.

Εσύ, Τέρψη, το ήξερες… Καλό ταξίδι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: