Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

Οι μαθητικές καταλήψεις και οι καταληψίες του 2020

Γράφει ο Δημήτρης Λάμπρου
Δημοσιογράφος/
Εκδότης Περιοδικού ΒΟΙΩΤΙΑ














Υπό κατάληψη βρίσκονται περίπου πεντακόσια σχολεία σε ολόκληρη τη χώρα –και στη Λιβαδειά- σύμφωνα με τις δηλώσεις στις οποίες προέβη χθες το βράδυ από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Παιδείας Ανδρέας Λοβέρδος. Τα αιτήματα των μαθητών εστιάζονται στην τράπεζα θεμάτων, σε ελλείψεις διδασκόντων και σε άλλα ειδικότερα ζητήματα των σχολείων, που έχουν επιταθεί λόγω της οικονομικής δυσπραγίας.

Η μικρή σημασία που αποδίδεται στις διεκδικήσεις των μαθητών προέρχεται από την αντιμετώπιση των αιτημάτων τους ως προσχημάτων και ως αφορμών για λίγες περισσότερες μέρες «διακοπών». Έχουν δηλαδή εξελιχθεί οι καταλήψεις των σχολείων σε ένα… έθιμο που τηρείται παραδοσιακά στις αρχές Νοεμβρίου κάθε σχολικού έτους, αποτελώντας λίγο πολύ μια φολκλορική εκδήλωση της μεταπολιτευτικής αφασίας. Είναι όμως οι καταλήψεις τελεσφόρος τρόπος διεκδίκησης και επίλυσης των  τεράστιων προβλημάτων που έχουν επισωρεύσει σε όλες τις βαθμίδες της δημόσιας εκπαίδευσης οι άθλιες πολιτικές και οι πειραματισμοί δεκαετιών; Η εμπειρία δείχνει ότι δεν είναι. 

Χωρίς να υποτιμάται ο πολιτικός ρόλος ενός κινήματος καταλήψεων –άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι η χώρα έχει δυνάμει πρωθυπουργό, τον κ. Τσίπρα, που αναδείχτηκε μέσα από το κίνημα των καταλήψεων της εποχής Κοντογιαννόπουλου- είναι φανερό πως τριάντα χρόνια συνεχούς και πλέον βαρετής επανάληψης δεν έχουν βελτιώσει παρά περιπτωσιακά τις συνθήκες και την ποιότητα στη δημόσια εκπαίδευση και στο δημόσιο σχολείο. Από την άλλη πλευρά, οι συνέπειες των καταλήψεων μπορεί να είναι μη μετρήσιμες, αλλά στο κοινωνικό επίπεδο είναι δυνατόν να προσεγγιστούν με σχετική ακρίβεια.

Η βίαιη διακοπή της εκπαιδευτικής διαδικασίας και η αναστολή των μαθημάτων για αρκετές μέρες κάθε χρόνο περιορίζουν τις πιθανότητες για την πολύπλευρη ανάπτυξη, για την εκπαίδευση και την καλλιέργεια των νέων μας, των μαθητών. Όλων των μαθητών; Όλων, αλλά με περισσότερη ένταση εκείνων που έχουν μέτριες έως κακές επιδόσεις και που οι γονείς τους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αναπληρώσουν τις χαμένες ώρες με φροντιστηριακές ενέσεις και ιδιαίτερα. Από την άποψη αυτή δεν αποτελεί έκπληξη ούτε είναι τυχαίο ότι ποτέ ή σχεδόν ποτέ δεν έχει γίνει μαθητική κατάληψη στα ιδιωτικά σχολεία όπου φοιτούν συνήθως τα παιδιά εκείνων που παίρνουν  τις αποφάσεις για τα δημόσια σχολεία. Είναι επομένως οι καταλήψεις ένας ξεπερασμένος, αναποτελεσματικός  και στο όριο να γίνει γραφικός τρόπος διεκδίκησης  εκπαιδευτικών αιτημάτων, που μόνο πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα έχουν λόγους να επιθυμούν την επέκταση και εξάπλωσή του.

Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά που πρέπει να φωτιστεί, γιατί πολλοί θα επιχειρήσουν την αντίστροφη εκμετάλλευση. Θα προσπαθήσουν δηλαδή να φορτώσουν όλα τα δεινά του εγκλήματος, που συντελέστηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια στην ελληνική δημόσια εκπαίδευση, στις καταλήψεις και τους καταληψίες. Όσο κωμικό είναι να πιστεύει κανείς ότι κλειδώνοντας τις πόρτες ενός σχολείου θα λυθούν τα λιμνάζοντα προβλήματα της παιδείας, άλλο τόσο δόλιο και παραπειστικό είναι θεωρηθούν οι καταλήψεις  ως το κύριο πρόβλημα στα σχολεία μας. Ε, λοιπόν, όχι δεν είναι οι καταλήψεις η αιτία της χρόνιας καχεξίας και της διαχρονικής δυσλειτουργίας στην ελληνική δημόσια εκπαίδευση.

Οι καταλήψεις είναι σύμπτωμα. Η ασθένεια βρίσκεται αλλού κι εύκολα μπορεί να διαγνωστεί. 
Η ασθένεια είναι η λογική της ήσσονος προσπάθειας που διέπει όλη τη δομή του δημόσιου σχολείου και η οποία ευνοεί τη φροντιστηριακή εκπαίδευση. 
Το πρόβλημα είναι η κομματοκρατία που έχει επιβληθεί στο σχολείο, με στόχο την εξυπηρέτηση πρόσκαιρων, βραχυπρόθεσμων πολιτικών συμφερόντων σ’ έναν τομέα όπου κατεξοχήν απαιτείται μακροπρόθεσμη στρατηγική στόχευση. 
Η ασθένεια είναι ο κομματικά καθοδηγούμενος συνδικαλισμός, με τα ρουσφέτια και την ευνοιοκρατία, που διαχωρίζει τους λειτουργούς σε ημέτερους και άλλους. 
Το ζήτημα είναι οι γονείς των μαθητών, που στρέφουν τις απαιτήσεις και τις αιτιάσεις τους σταθερά και αποκλειστικά  εναντίον των κακοπληρωμένων εκπαιδευτικών, οι οποίοι ναι μεν έχουν μέρος της ευθύνης, αλλά σε καμιά περίπτωση το μεγαλύτερο. 
Κι όλα αυτά υπό την ανοχή, την παρότρυνση και την αλλοπρόσαλλη πολιτική των υπουργών Παιδείας και του υπόλοιπου πολιτικού προσωπικού, που διαχρονικά αποδείχτηκαν κατώτεροι των περιστάσεων, καθώς στάθηκαν ανεπαρκείς να μεταρρυθμίσουν ένα εκπαιδευτικό σύστημα με ορατές και εύκολα αναστρέψιμες παθογένειες.

Αν όλα αυτά δεν υπήρχαν, αν η γενιά που κυβερνάει είχε  κάνει το καθήκον της, είμαι βέβαιος ότι δεν θα υπήρχαν καταλήψεις. Αλλά όχι μόνο καταλήψεις. Αν η δημόσια εκπαίδευση από τον υπουργό ως το μονοθέσιο δημοτικό ήταν στοιχειωδώς οργανωμένη στα αυτονόητα για κάθε προηγμένη χώρα ζητήματα, δεν θα είχαμε ούτε την απίστευτη διαφθορά, την άθλια γραφειοκρατία, την πολιτική εξαπάτηση,  τη συναλλαγή, το ρουσφέτι, το βόλεμα… Ούτε θα επιτρέπαμε να υπάρχει η ακραία φτώχεια, η πείνα, η αναξιοπρέπεια κι όλες οι άλλες τραγικές εκφάνσεις που αναδεικνύουν το μέγεθος της κοινωνικής καθυστέρησης αυτής της χώρας.

Η ρευστότητα που επικρατεί στο πολιτικό σκηνικό δεν επιτρέπει ασφαλείς προβλέψεις για το αν το κύμα των καταλήψεων έχει δυναμική να μετατραπεί σε κίνημα τούτο τον Νοέμβρη. Όμως η λογική υποστηρίζει πως όχι: οι πολιτικές δυνάμεις που παραδοσιακά ευνοούν τις καταλήψεις δεν θέλουν αυτή τη φορά μεγάλη αναταραχή εν όψει των γενικότερων εξελίξεων στην κεντρική πολιτική σκηνή και της πιθανότητας γενικών εκλογών. Ενώ και οι μαθητές, που τώρα βρίσκονται στο λύκειο και πρωτοστατούν στις κινητοποιήσεις, είναι ακόμα τέκνα της ευμάρειας και απολύτως φυσιολογικά δεν έχουν συνειδητοποιήσει πλήρως το μέγεθος της καταστροφής, που έχει ήδη πλήξει το μέλλον τους.
Από την άποψη αυτή η σταθερότητα και το σύστημα δεν φαίνεται να κινδυνεύουν από τις μαθητικές καταλήψεις του 2014. Εκείνο που προκαλεί τρόμο σε όσους έχουν μια βαθιά γνώση της ιστορίας και μια ελάχιστα διορατική ματιά είναι οι καταλήψεις και οι καταληψίες  του 2020. Τότε που το δράμα της Ελλάδας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα έχει κορυφωθεί και η Νέμεση θα έχει επέλθει.




Δεν υπάρχουν σχόλια: