Για την εικονική πραγματικότητα του Τροφωνίου
Με την εικονική αναπαράσταση του Τροφωνίου Μαντείου διαφωνεί ο ερευνητής κ. Ευστάθιος Βαλλάς. Η viotia δημοσιεύει την καταγγελία του με κυριότερο στόχο να ανοίξει ο διάλογος, στον οποίο η ίδια πρωτοστατεί εδώ και χρόνια, για την ορθή αξιοποίηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Και κυρίως για τους όρους αυτής της αξιοποίησης... Θα επανέλθουμε.
ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ
Στο Συνεδριακό Κέντρο του Δήμου Λιβαδειτών, παρουσιάστηκε
από το Ίδρυμα Μείζωνος Ελληνισμού στις 30 Μαϊου, μία παραγωγή Εικονικής
Πραγματικότητας, σχετική με το αρχαίο μαντείο του Τροφωνίου.
Οι ελλείψεις, οι ατέλειες, και τα
όποια άλλα προφανή παραλειπόμενα, διασκεδάστη-καν από την ρητή υπόσχεση
των αρμόδιων παραγόντων του Έργου, ότι αυτό που παρουσιάστηκε, ήταν μια πρώτη προσέγγιση, και ότι ασφαλώς θα
προστεθούν όσα στοιχεία χρειάζονται, έτσι ώστε η Παραγωγή να βελτιωθεί σε βαθμό
ικανοποιητικό.
Ωστόσο έξι μήνες μετά, η συνέχιση της προβολής αυτού του
ατελούς και επιλήψη-μου έργου, στο Διαδίκτυο, απολήγει καθαρή πρόκληση. Μια
πρόκληση που ενοχλεί όχι μόνον την απλή
λογική, αλλά περισσότερο
προσβάλλει την ίδια την ιστορία.
Το
όλο Έργο, εκτός από μικρής σχετικά χρονικής διάρκειας, είναι και εξαιρετικά
άστοχης προσέγγισης. Δυστυχώς η παραγωγή του Ι.Μ.Ε. σε τίποτα ουσιώδες δεν
θυμίζει και πολύ περισσότερο δεν αναπαριστά το περίφημο μαντείο του Τροφωνίου. Ακολουθεί
μιά «κατά σκηνή» αντιπαράθεση.
Σκηνή 1/ Η υπογραμμισμένη ως Πορεία προς το όρος, ( είς
Τροφωνίου έβάδισεν ), σύμφωνα με την περιγραφή, γινόταν με την συνοδεία
δύο μικρών αγοριών, (άγουσιν δύο παίδες τών άστών έτη τρία που καί δέκα γεγονότες ), και όχι με ενήλικες, όπως εσφαλμένα,
παρουσιάζεται στην αναπαραγωγή
Σκηνή 2/
Τρία πρόσωπα εικονίζονται μποστά σε ένα κάτασπρο κριάρι. Εδώ εντοπί-ζεται
γνωστικό έλλειμμα. Το θυσιαζόμενο σε όποιαδήποτε χθόνια θεότητα ζώο,
απαραιτήτως ήταν μαύρο. Κατά τη στιγμή της θυσίας μάλιστα, εικονιζόταν πάνω από
βόθρο ή εσχάρα, με τον λαιμό του στραμμένο προς το έρρεβος, και όχι σε μια
τέτοια στατική θέση, η οποία δεν συνεπάγεται άμεση θυσία.’‘ κριόν θύουσιν ές βόθρον έπικαλούμενοι
τόν Άγαμήδην.’’
Σκηνή
3/ Το λουτρόν, που σαφώς
φαίνεται ότι γίνεται σε ποτάμι, είναι αλήθεια ότι ανταποκρίνεται ικανοποιητικά
στην περιγραφή. Εσφαλμένη όμως δίχνει η αναπαρά-σταση του νερού των πηγών Λήθης
– Μνημοσύνης. Η διδυμότοκη πηγή, λειτουργεί με διαμετρικά αντίθετη εκρροή.
Ακριβέστερα με φορά Βορρά – Νότου, και αντι-στρόφως. Έτσι ώστε να παρέξει
θετική, και αναιρετική επίδραση…. Ένα βέβαιο λάθος
επίσης εντοπίζεται, στην παροχή και λήψη
του περίφημου νερού. Δίδεται από τους ιερείς. Στο κείμενο σαφώς υποδεικνύεται
ότι ο επισκέπτης πρέπει να πιεί ο ίδιος από την δίδυμη πηγή. ( ένταύθα
χρή αύτόν πιείν….) Η λεπτομέρεια
έχει την αξία της. Απλά ένα παρεχόμενο σε κύπελλο νερό, δεν γίνεται να έχει τις
προσδοκώμενες επιδράσεις. Η Πόση, μια αντιθετική πόση από την δίδυμη πηγή,
έπρεπε να γίνεται άμεσα από τον μυούμενο.
(Σχετικά με την παραγωγή και δράση του νερού
Λήθης-Μνημοσύνης, γίνεται εκτενής λόγος στο σημείωμα Για να γνωρίσουμε το Τροφώνειο 3, που παρατίθεται στην Ιστοσελίδα
ΒΟΙΩΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.)
Σκηνή 4/ Εδώ
γίνεται μιά επίσκεψη σ’ ένα άγαλμα που εικονίζει Ασκληπιό. Το άγαλμα του
Τροφώνιου-Ασκληπιού, που ήταν έργο του Πραξιτέλη, σαφώς ανα-φέρεται ότι
βρισκόταν στον επώνυμο ναό του Τροφωνίου.
Βεβαίως ήταν άσχετο με το αγαλματίδιο που οι ιερείς έδειχναν την
τελευταία νύχτα στον επισκέπτη. ‘’
ύπό δέ τών ίερέων ούκ έπιδείκνυται πλήν όσοι παρά τόν Τροφώνιον μέλλουσιν
έρχεσθαι.’’ Αυτό λοιπόν το
συγκεκριμένο δαίδαλον, ( Δαιδάλου δέ τών έργων δύο μέν ταύτα έστιν
έν Βοιωτία, Ήρακλής τε έν Θήβαις, καί παρά Λεβαδεύσιν ό Τροφώνιος ) κατά
το μέγεθος αποδίδεται λάθος. Στο κείμενο
αναφέρεται σαφώς ως ξόανο. Όλα τα ξόανα, και μάλιστα της εποχής
στην οποία φέρεται ότι κατασκευάστηκε το επώνυμο ξύλινο του Τροφώνιου, ήταν όλα μικρού μεγέθους. Παράλληλα, τα ξόανα
πάντα βρίσκονταν τοποθετημένα σε ειδική θέση, πάνω στην βώμοιο έδρη. Πάνω σε
κάποιον βωμό. Ένας τέτοιος βωμός και μάλιστα από πυριτόλιθο, διασώζεται έως
σήμερα στον χώρο όπου το αρχαίο μαντείο. Στην επιφάνειά του είναι σκαλισμένη
μια τετράγωνη βάση, στην οποία βρισκόταν τοποθετημένο το ξόανο που αναφέρεται
στο κείμενο. Οι λόγοι που το επιβεβαιώνουν είναι αρκετοί, και είναι απορίας άξιο το πώς και γιατί οι
ειδικοί επιστήμονες της Παραγωγής αγνόησαν την μοναδική πληροφορία.
Ως υπεύθυνα καταγινόμενοι σε τέτοιου είδους αναπαραστάσεις, θα έπρεπε
ναγνωρί-ζουν και τις φιλολογικές μαρτυρίες, αλλά και την σωζόμενη έδρα, πάνω
στην οποία βρισκόταν τοποθετημένο το εικονιζόμενο ξόανο.
Σκηνή 5/
Στο επεισόδιο εικονίζεται το
μαντείο. Αποδίδεται ως ένα αληθινό πηγάδι. Το εκφορικά διαμορφωμένο θολωτό
σχήμα της οροφής λείπει παντελώς. Αυτός ο αρχιτεκτονικός Θόλος είναι που τού
προσδίδει την περιγραφή ότι μοιάζει με φούρνο.
είκασται κριβάνω. ( Σε ζωγραφία Αττικού αγγείου διασώζεται η
εικόνα επιτύμβιου Θόλου και Στήλης, που ομοιάζει εκπληκτικά με την περιγραφή
του μαντείου του Τροφωνίου από τον Περιηγητή : ‘’ βόθρος τε Άγαμήδους
καλούμενος, καί πρός αύτώ στήλη.’’ )
Το «πηγάδι» περιβάλλεται από ένα
είδος κιγκλιδώματος με οβελούς και ταινίες, αλλά όχι σύμφωνα με την επισήμανση
του κειμένου. Υπάρχει μια
μαρτυρία ξερριζώματος τεσσάρων οβελών, ώστε να επιτευχθεί κάποια επεισοδιακή
παραβίαση του χώρου. Αυτή η λεπτομέρεια εκθέτει κατά πολύ την πιστότητα της αναπαράστασης κατά την εικονική
μεταφορά.
Η
εικόνα της περίφραξης θα έπρεπε να είναι περισσότερο περίπλοκη. Στον χώρο που
έγινε η ανασκαφή και εντοπίστηκε
η θέση του αδύτου, διασώζονται υπολείμματα της κρηπίδας, με
εμφανείς τις υποδοχές μέσα στις οποίες
είχε στερεω-θεί η χάλκινη περιφραξη με τους οβελούς και τις ζώνες.
Η απορία κι εδώ είναι έκδηλη. Γιατί παραβλέφθηκαν τέτοια στοιχεία ;
Σκηνή 6/ Σε
μια λεπτομερέστερη εικόνα διακρίνεται ένας άνθρωπος να κατεβαίνει στο πηγάδι, χρησιμοποιώντας μιάν ευμεγέθη
σκάλα. Είναι σημαντικός ο χαρακτηρι-σμός της σκάλας ως στενής και έλαφράς. (κλίμακα κομίζουσιν αύτώ στενήν
και έλαφράν.)
Περιγράφεται έτσι γιατί ασφαλώς ήταν ειδική μεταλλική, κλίμαξ αναβάσεων - καταβάσεων, με επτά επώνυμα
σκαλοπάτια. Είναι λάθος το ότι σ’ αυτό το πηγάδι, με το αχανές βάθος, ο εικονιζόμενος βίσκεται ήδη στο έκτο σκαλί….
Σκηνή 7/ Η
παρουσίαση συνεχίζεται με την εμφάνιση μιας ακαθόριστης έκτασης, προφανώς
θάλασσας!! στο κέντρο της οποίας διακρίνεται το μαντείο του Τροφωνίου, ακριβώς σαν μαύρη τρύπα στο διάστημα. Μια δέσμη φωτός η οποία προέρχεται
από τη Σελήνη, πέφτει κάθετα μέσα στο φερόμενο ως άδυτο. Από την πτώση παράγονται
φωτεινές αναλαμπές, που αναπηδούν έως και έξω από το άδυτο. Αυτή η εκδοχή είναι
τελείως αυθαίρετη. Δεν υπάρχει χώρος να γίνει αποδεκτή ούτε ως απλή υπόθεση. Σε
κανένα σημείο της περιγραφής δεν
αναφέρεται «φωτεινή σύμ-πραξη» της Σελήνης. Αντιθέτως μετά την κάθοδο, ο
κατελθών επιβεβαιώνεται ότι βρίσκεται μέσα σε απόλυτο σκοτάδι. ( σκότω
πολύ περιτυχείν τώ πρώτω) Οι αναλαμπές δεν
περιγράφονται ότι συμβαίνουν έξω από το άδυτο, αλλά μέσα σ’αυτό. Δεν αναχέονται
προς τα επάνω, αλλά διαχέονται στο εσωτερικό. Σ’ ένα εσωτερικό τάφου το
οποίο είναι ερμητικά κλεισμένο, και όχι ανοιχτό σε έναστρο Ουρανό, όπως στην
αναπαράσταση. Εκείνο είναι το κυριότερο χρονικό σημείο της μύησης. ( καθέζονται
έπί το στόμιον οί μυούμενοι.)
Εκεί εκδηλώνεται η περίαυγος έμφασις φωτός, από την
οποία κατακλύζεται ο μυούμενος, και όπου αναλόγως της ακτινοβολίας, και των
ποικίλλων κλιματικών συνθηκών, σε
μερικές περιπτώσεις επερχόταν
απορρύθμιση λειτουργιών, εξ αιτίας της διαφορετικής ποιότητας του
ιονισμού, στον οποίο υποβαλλόταν το ανθρώπινο σώμα. Έτσι μόνον είναι δυνατή η κατανόηση εκείνου
του δυσνόητου σήμερα : (Τόν άναβάντα παρά τού Τροφωνίου…κομίζουσι κάτοχόν τε έτι
τώ δείματι καί άγνώτα όμοίως αύτού τε καί τών πέλας.)
Εδώ, σ’ αυτό το σπουδαιότερο, το κορυφαίο Στάδιο της Κατάβασης, θα έπρεπε να εξαντληθεί
όλη η τεχνική της Εικονικής Πραγματικότητας. Η πιστή μεταφορά της μύησης, θα
έδειχνε την πραγματική ιδιαιτερότητα και αξία του Ιερού. Αξία η οποία επιμαρτυρείται από την επιλογή
του, ώστε μόνον αυτό από όλα τα Ελληνικά μαντεία να αποτελέσει αιτία
λεπτομερούς περιγραφής της λειτουργίας του. Από την ελλειπή αναπαράσταση
απουσιάζει επίσης ο μεγάλος ναός του Διός Βασιλέως, καθώς και ο
αναφερόμενος Θρόνος της Μνημοσύνης, στον
οποίο ενθρονιζόταν ο μυούμενος.
Αυτό λοιπόν που παρουσιάζεται στην Αναπαράσταση, κάθε άλλο παρά μαντείο
του Τροφωνίου μπορεί να ονομαστεί. Σε καμία περίπτωση και σε τίποτα δεν θυμίζει
το περίφημο άδυτο. Με δεδομένο ότι έχω
διενεργήσει εκεί αρχαιολογικές ανασκαφές, προσωπικά μου είναι αρκετά δύσκολο να
πιστέψω ότι αυτή η εξεζητημένα στρεβλή παρουσίαση του μνημείου οφείλεται σε
απλές « ατυχείς συμπτώσεις….»
Στάθης
Βαλλάς
stathis.vallas@gmail.com
1 σχόλιο:
να το χρηματοδωτήσει λοιπόν ο κύριος Βαλλάς το έργο και να το φτιάξει όπως νομίζει
Δημοσίευση σχολίου